Με εισφορές παντού (αλλά όχι φόρους στο επιχειρείν και τις πηγές παραγόμενου πλούτου) η κυβέρνηση ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει το βαθύ ρήγμα στα οικονομικά των ασφαλιστικών ταμείων.
Ετσι το μάρμαρο ετοιμάζονται να πληρώσουν τα «ρετιρέ» στις τάξεις των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Ωστόσο οι αυτοαπασχολούμενοι και ειδικότερα όσοι ασφαλίζονται σε ΟΑΕΕ (ελεύθεροι επαγγελματίες, έμποροι και βιοτέχνες) αλλά και ΕΤΑΑ (δικηγόροι, γιατροί, πολιτικοί μηχανικοί, φαρμακοποιοί, συμβολαιογράφοι κ.λπ.) θα πρέπει να ετοιμάζονται να βάλουν το χέρι στην τσέπη προκειμένου να διασώσουν το ασφαλιστικό σύστημα από τις τραγικές επιλογές των προηγούμενων κυβερνήσεων και το κόστος που πλήρωσαν τα ασφαλιστικά ταμεία από τις μνημονιακές πολιτικές που εφαρμόστηκαν στα 6 χρόνια της κρίσης.
Η κυβέρνηση λοιπόν θα προσπαθήσει να βαπτίσει τις εισφορές αυτές κοινωνική αλληλεγγύη λαμβάνοντας μέτρα που θα θίξουν τη μεσαία τάξη (ή καλύτερα ό,τι έχει απομείνει απ’ αυτήν) των μισθωτών και κυρίως όσους εργάζονται σε ΔΕΚΟ, Τράπεζες, Δημόσιο και βέβαια τα στελέχη μεγάλων εταιρειών.
Αναλυτικότερα λοιπόν όσοι εργάζονται σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και θα θεωρηθούν υψηλόμισθοι θα πρέπει να ετοιμάζονται να καταβάλουν τον δικό τους οβολό στη διάσωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και το κόστος της μετάβασής του στο καινούργιο (νεοφιλελελεύθερης αντίληψης) κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Βέβαια στην περίπτωση των μισθωτών ο «οβολός» δεν θα είναι μόνο η μείωση του ποσοστού αναπλήρωσης, αλλά και η αύξηση των εισφορών.
Βέβαια όλα είναι ανοικτά για το 2017 και μετά αφού, όπως προκύπτει, και αυτές οι αλλαγές δεν στέκονται ικανές να κλείσουν τη μαύρη τρύπα στα οικονομικά του ασφαλιστικού συστήματος, η οποία διαρκώς θα μεγαλώνει εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού, της μείωσης του εργατικού δυναμικού και της φτωχοποίησης των μισθωτών (μικρότερος καταβαλλόμενος μισθός=μικρότερες εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία).
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κυβερνητικά στελέχη στις ερωτήσεις για το αν θα τεθεί φόρος υπέρ του ασφαλιστικού στέκονται στο προφανές ότι δεν έχει προβλεφθεί κάτι τέτοιο στον προϋπολογισμό του 2016.
Αυτό το οποίο αναζητείται είναι το ποσόν που θα πρέπει να λαμβάνει κάποιος για να θεωρείται υψηλόμισθος. Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται το σχετικό πλαφόν να τεθεί στα 2.000 ευρώ.
Ετσι και δεδομένης της άποψης της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης να θεσμοθετηθεί η διαφοροποίηση του ποσοστού αναπλήρωσης των συντάξεων, ανάλογα με τον μισθό όσοι πληρώνουν περισσότερες εισφορές (δεδομένου ότι το ασφάλιστρο εξάγεται ως ποσοστό επί του μισθού) θα έχουν από την 1-1-2016 προσδοκία για μικρότερο ποσοστό αναπλήρωσης.
«Μεγαλύτερο θα είναι το ποσοστό αναπλήρωσης για τους χαμηλόμισθους, μικρότερο για τους υψηλόμισθους» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο κ. Κατρούγκαλος, κατά την επίσημη παραλαβή του πορίσματος της Επιτροπής Σοφών την περασμένη Πέμπτη.
Απολύτως εξακριβωμένες πληροφορίες πάντως κάνουν λόγο ότι έχει δοθεί στα στελέχη της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Ασφάλισης να επεξεργαστούν σενάρια, ώστε οι υψηλόμισθοι άνω των 2.000 ευρώ να καταβάλουν μεγαλύτερη εισφορά υπέρ του συστήματος.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, από το ποσόν αυτό που θα συγκεντρώνεται (εφόσον τελικά θεσμοθετηθεί) θα χρηματοδοτηθούν αρχικά τα μεγάλα ελλείμματα του ασφαλιστικού (λόγω του baby booming της δεκαετίας του 1950 από φέτος και μέχρι το 2030 θα συνταξιοδοτηθεί μια τεράστια και κρίσιμη μάζα εργαζόμενων που δεν μπορούν να αντικατασταθούν λόγω της ανεργίας).
Το ύψος αυτής της εισφοράς δεν έχει γίνει γνωστό, αφού θα πρέπει να ξεπεραστεί αρχικώς η αντισυνταγματικότητα αυτής της πρότασης (πώς είναι δυνατόν να θεσπίζεις ενιαίους κανόνες και ταυτόχρονα για τους υψηλόμισθους διαφορετικούς) και κατά δεύτερον να εξευρεθεί αν δίνει πράγματι στο σύστημα τέτοια σημαντικά οφέλη που να αξίζει το πολιτικό κόστος.
Η περίπτωση των αυτοαπασχολούμενων
Για όσους εργάζονται με καθεστώς αυτοαπασχόλησης τα πράγματα είναι ακόμη πιο σύνθετα δεδομένου ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει διαφορετικό τρόπο είσπραξης των ασφαλιστικών τους εισφορών. Δεδομένου λοιπόν ότι αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών (θα εξάγεται από το πραγματικό εισόδημα και θα καταργηθεί το τεκμαρτό) πλέον η ασφαλιστική εισφορά θα καταβάλλεται όπως καταβάλλεται και ο ΦΠΑ.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, η κυβέρνηση σχεδιάζει να θεσμοθετήσει ποσοστιαία εισφορά επί του τζίρου των επιχειρήσεων. Αναλυτικότερα επί του καθημερινού ή μηνιαίου τζίρου των επιχειρήσεων θα θεσπιστεί μία ασφαλιστική εισφορά (της τάξης από 1,3-1,7% λένε οι πληροφορίες) η οποία θα καταβάλλεται μαζί με τις δηλώσεις ΦΠΑ.
Ωστόσο και δεδομένου ότι ο τζίρος μιας επιχείρησης δεν απηχεί το πραγματικό εισόδημα του επιχειρηματία (άρα από όσα καταβάλλονται θα υπάρχει περίσσευμα) καθίσταται προφανές ότι θα δημιουργηθεί ένα ποσόν που σχεδιάζεται να διατεθεί για τη διάσωση του ασφαλιστικού (παρ’ ότι θα μπαίνει στην ατομική μερίδα του αυτοαπασχολούμενου-ασφαλισμένου).
Για να γίνει πιο κατανοητό, ας υποθέσουμε ότι μία επιχείρηση έχει ημερήσιο τζίρο 1.000 ευρώ την ημέρα (ή 30.000 ευρώ τον μήνα) και η ασφαλιστική εισφορά που θα τεθεί θα είναι της τάξης του 1,5%. Αυτό σημαίνει ότι ο επιχειρηματίας θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλει τον μήνα 450 ευρώ ως ασφαλιστική εισφορά.
Ωστόσο το πραγματικό του εισόδημα (δηλαδή αφαιρουμένων των εξόδων που έκανε για την επιχείρησή του) ανέρχεται στα 6.000 ευρώ τον μήνα. Τότε η ασφαλιστική εισφορά που θα έπρεπε να καταβάλει θα ανέρχεται, αν ισχύσει η ίδια ποσόστωση, σε 90 ευρώ τον μήνα.
Ετσι τα υπόλοιπα αυτά χρήματα μεταξύ των 90 ευρώ και των 450 ευρώ θα πηγαίνουν σε ένα λογαριασμό που αφενός θα δώσει μεγαλύτερη ανταποδοτική σύνταξη στον αυτοαπασχολούμενο και αφετέρου ρευστότητα στο σύστημα που όπως σχεδιάζει η κυβέρνηση θα μπορεί και να επενδυθεί για να φέρει μεγαλύτερα έσοδα.
Τέλος, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η θέσπιση ενός νέου φόρου στα υψηλά εισοδήματα που θα πηγαίνει στον μηχανισμό αναδιανομής που έχει προτείνει η Επιτροπή Σοφών. Αυτό ο μηχανισμός έχει προταθεί να λειτουργεί ως ειδικό αποθεματικό (buffer fund), το οποίο θα υποστηρίξει το νέο σύστημα, κυρίως κατά τη μεταβατική περίοδο.
Βέβαια η Επιτροπή Σοφών έχει προτείνει να εισρέουν χρήματα σ’ αυτόν τον μηχανισμό από τον κρατικό προϋπολογισμό, την περιουσία των Ταμείων, καθώς και συμπληρωματικούς πόρους, όπως μια εισφορά στους υψηλά αμειβόμενους ή ένας τραπεζικός φόρος ή ένας φόρος στις μεγάλες περιουσίες και γενικά ένας φόρος εκεί που συγκεντρώνεται, παρά την κρίση, ο πλούτος.
Ωστόσο μέχρι στιγμής στα κυβερνητικά κλιμάκια η σχετική συζήτηση αφορά μόνο εισφορές από μισθούς, συντάξεις και κέρδη των αυτοαπασχολούμενων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου