Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Ένας καθηγητής του Harvard διερωτάται: «Έχει μέλλον η Ευρώπη;»

«Οι ΗΠΑ είναι παραδοσιακά σύμμαχοι με τα περισσότερα κράτη - μέλη της ΕΕ και έχουν επί μακρόν επωφεληθεί από τη συνεργασία με τις δημοκρατίες της. Επομένως, το μέλλον τς Ευρώπης είναι καθοριστικής σημασίας για τα Αμερικανικά συμφέροντα», υποστηρίζει ο Stephen M. Walt, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Harvard University. Σε άρθρο του στο περιοδικό Foreign Policy, παραθέτει τις ανησυχίες του σχετικά με το δυσοίωνο μέλλον της Ευρώπης, και αναλύει, πώς αυτό μπορεί να επηρεάσει και τη θέση των ΗΠΑ στην παγκόσμια πραγματικότητα. Επιμέλεια: Εύα Αναστασιάδου
«Η ΕΕ αποτελεί...
ένα αξιοσημείωτο πολιτικό επίτευγμα. Η οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση ενίσχυσαν την οικονομική ανάπτυξη και έδωσαν στην Ευρώπη μία πιο δυνατή φωνή στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, μειώνοντας τον κίνδυνο του πολέμου. Επιπλέον, η συμμετοχή στην ΕΕ διευκόλυνε τη δημιουργία των μετα- κομμουνιστικών δημοκρατιών, που ακολούθησε τη διάλυση της Σοβιετική Ένωσης. Δυστυχώς, είναι δύσκολο να είσαι αισιόδοξος για την Ευρωπαϊκή προοπτική σήμερα, ειδικά για το στόχο της μια ακόμα πιο κλειστής ένωσης. Παρ΄ όλα τα επιτεύγματα του παρελθόντος, η ΕΕ τώρα υποφέρει από αυξανόμενες εντάσεις. Είναι πιθανό να βιώσει επαναλαμβανόμενες κρίσεις και εσωτερικές διασπάσεις και δεν μπορεί να αποκλειστεί μια σταδιακή και μη αναστρέψιμη εξασθένηση της συνοχής και της επιρροής της. Αυτά δεν είναι καλά νέα για τις ΗΠΑ, των οποίων τα συμφέροντα θέλουν μια ευημερούσα και ήρεμη Ευρώπη. Σήμερα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει πέντε θεμελιώδεις προκλήσεις και καμία δεν είναι εύκολο να προσπελαστεί.

1) Υπερ - διεύρυνση

Η ΕΕ είναι σήμερα θύμα των επιτυχιών του παρελθόντος. Αυτό που ξεκίνησε ως μια περιορισμένη διευθέτηση μεταξύ έξι κρατών για το συντονισμό της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα, έχει γίνει ένας περίτεχνος υπερεθνικός οργανισμός με 28 κράτη- μέλη, που διέπεται από μια απίστευτη σειρά θεσμικών οργάνων και επικουρικών υπηρεσιών και παραλύει από την ανάγκη να  καταλήξει σε ομοφωνία πριν τη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Την ίδια στιγμή, τα μέλη της συνεχίζουν να είναι ανεξάρτητα έθνη- κράτη, με τις δικές τους κυβερνήσεις και πολύπλοκες εσωτερικές πολιτικές ρυθμίσεις. Το πολύπλοκο ομοσπονδιακό σύστημα της Αμερικής είναι συγκριτικά, ένα μοντέλο απλότητας.

Επιπλέον, όσο η ΕΕ διευρυνόταν, τα μέλη γίνονταν όλο και πιο ετερογενή. Το ΑΕΠ της Γερμανίας είναι 300 φορές μεγαλύτερο από της Μάλτας και το κατά κεφαλήν εισόδημα του Λουξεμβούργου είναι σχεδόν επτά φορές υψηλότερο από της Λετονίας και πέντε φορές υψηλότερο από αυτό της Ελλάδας. Το γεωγραφικό μέγεθος, ο πληθυσμός και οι οικονομικοί πόροι των κρατών - μελών είναι τελείως διαφορετικά και  αντίστοιχα οι κουλτούρες και οι εθνικές ιστορίες ομοιάζουν λιγότερο όσο η ΕΕ εξαπλώνεται. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η διεύρυνση έκανε την Ευρώπη πιο δυσκίνητη, πιο διχασμένη και λιγότερο δημοφιλή. Το 2014, περισσότερο από το 70% των Ευρωπαίων πολιτών δήλωσαν σε έρευνα, ότι πιστεύουν πως οι φωνές τους δεν μετράνε στην Ευρωπαϊκή διαδικασία λήψης αποφάσεων και σχεδόν τα ⅔ θεωρούν, ότι η ΕΕ δεν αντιλαμβάνεται τις ανάγκες των πολιτών.

2) Η κατάρρευση της Σοβιετικής αυτοκρατορίας

Παρ' όλο που η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη, αφαίρεσε κάθε κίνητρο για ευρωπαϊκή ενότητα. Η ΕΕ συχνά αντιμετωπίζεται ως καθαρά οικονομικό και πολιτικό εγχείρημα, όμως οι ανησυχίες για την ασφάλεια ήταν βασικό μέρος του σκεπτικού της από την αρχή.

Η λογική αυτή  ξεθώριασε καθώς το ΝΑΤΟ γινόταν πιο δυνατό και εξαφανίστηκε όταν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας κατέρρευσε. Η απουσία ενός εξωτερικού κινδύνου ενθάρρυνε τους Ευρωπαίους ηγέτες να επικεντρωθούν περισσότερο στα προσωπικά τους εθνικά συμφέροντα και να αντιμετωπίζουν την ΕΕ ως έναν τρόπο να περιορίσουν τη γερμανική κυριαρχία. (Ο τελευταίος στόχος είναι περιττό να ειπωθεί ότι δεν έχει επιτευχθεί τόσο όσο ήλπιζαν).

Από τις αρχές της δεκαετίας του '90, τα μέλη της ΕΕ έχουν επανειλημμένα δεσμευτεί να αναπτύξουν μια «κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας», χωρίς όμως να έχουν αποτέλεσμα. Σήμερα, η ασυνάρτητη ευρωπαϊκή απάντηση στα γεγονότα της Ουκρανίας, υπογραμμίζει την έλλειψη συναίνεσης σε βασικά ζητήματα ασφάλειας.

3) Η κρίση της Ευρωζώνης

Το τρίτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ΕΕ σήμερα είναι, φυσικά, η κρίση της Ευρωζώνης.

Είναι πλέον σαφές, ότι η απόφαση για τη δημιουργία του ευρώ ήταν ένα μεγάλο λάθος, όπως είχαν προειδοποιήσει τότε οι σκεπτικιστές. Έγινε περισσότερο για πολιτικούς, παρά για οικονομικούς λόγους: για να ανανεώσει την ορμή για την ενότητα, για να δεσμεύσει μια επανενωμένη Γερμανία πιο σφιχτά στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και να θέσει την Ευρώπη σε μια πιο ισότιμη βάση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αλλά όπως είχαν υπογραμμίσει από την αρχή οι ευρωσκεπτικιστές, η ΕΕ είχε έλλειψη πολιτικών θεσμικών μηχανισμών, που ήταν αναγκαίοι για να κάνουν τη νομισματική ένωση να λειτουργήσει. Παρ' όλα αυτά, οι υποστηρικτές του ευρώ περιορίστηκαν στην υπόθεση, ότι τα μέλη της νομισματικής ένωσης δε θα φτάσουν ποτέ στο σημείο να αντιμετωπίσουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και ακόμα και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο (όπως φυσικά και έγινε), θεωρούσαν ότι θα ήταν εύκολο να δημιουργηθούν οι θεσμοί που η ευρωζώνη χρειαζόταν.

Η οικονομική κρίση του 2008 αποκάλυψε τις ανοησίες τους. Επτά χρόνια έχουν περάσει και από την ΕΕ ακόμα λείπουν οι αναγκαίοι πολιτικοί θεσμοί που θα ήταν ικανοί να διατηρήσουν μια ουσιαστική νομισματική ένωση. Αν η Ελλάδα τελικά αποχωρήσει, θα αποδειχθεί ότι το ευρώ δεν είναι τελικά μη- αναστρέψιμο και θα εγείρει νέα ερωτήματα σχετικά με τις μακροπρόθεσμες προοπτικές του. Αν η Ελλάδα μείνει στη νομισματική ένωση, αλλά δεν μπορέσει να εφαρμόσει τις υπεράνθρωπες μεταρρυθμίσεις που έχουν απαιτηθεί από τους πιστωτές της, άλλη μία κρίση θα είναι αναπόφευκτη.

Το οικονομικό κόστος της κρίσης είναι τεράστιο, αλλά η τα πολιτικά κόστη είναι επίσης ουσιώδη. Κάθε ώρα που έχουν ξοδέψει οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπαθώντας να βγάλουν τον εαυτό τους από το χάος, είναι μία ώρα που δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στην άνοδο της Κίνας, στις αναταραχές της Μέσης Ανατολής, στην πανωλεθρία της Ουκρανίας ή σε οποιαδήποτε εσωτερικά θέματα.

Ακόμα χειρότερα, η κρίση φανέρωσε βαθύτερες διαιρέσεις στο εσωτερικό της ηπείρου, με τους οφειλέτες και τους πιστωτές να παρουσιάζουν ένα επίπεδο δυσαρέσκειας και εχθρότητας που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και πολλά χρόνια. Αντί να επιδεικνύουν μια ισχυρή δέσμευση για την ευρωπαϊκή ενότητα, τα κράτη μέλη της ΕΕ προσπαθούν να πάρουν ό,τι θέλουν, απειλώντας να ανατινάξουν ολόκληρο το εγχείρημα. Η Ελλάδα χρησιμοποίησε την απειλή του Grexit προκειμένου να κερδίσει παραχωρήσεις από τους δανειστές και η Γαλλία χρησιμοποίησε παρόμοια απειλή για να εκβιάει τη Γερμανία να μαλακώσει τις απαιτήσεις της.

Έπειτα, ο Άγγλος Πρωθυπουργός David Cameron, θα χρησιμοποιήσει την απειλή ενός δημοψηφίσματος για την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ, προκειμένου να εκμαιεύσει ειδικές συμφωνίες από τα υπόλοιπα μέλη. Όταν διάφορα μέλη συνεχίζουν να χρησιμοποιούν την απειλή της εξόδου για να εκβιάσουν τους κατά τα λεγόμενα εταίρους, δύσκολα μεταφέρεται το πνεύμα του ‘ένας για όλους και όλοι για έναν΄ που υποτίθεται θα εμπνεύσει και θα δικαιολογήσει το ευρύτερο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Είναι περιττό βέβαια να πούμε ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι αυτό που οι δημιουργοί του ευρώ είχαν στο μυαλό του όταν έκαναν εκείνο το μοιραίο βήμα.

4) Επιδείνωση του περιφερειακού περιβάλλοντος

Η ΕΕ αντιμετωπίζει πλέον σοβαρές αναταραχές στην περιφέρειά της, με άμεσες συνέπειες για την ίδια την Ευρώπη. Τα αποτυχημένα κράτη στη Λιβύη, τη Συρία, την Υεμένη και την υποσαχάρια Αφρική έχουν δημιουργήσει πλημμύρα προσφύγων που αναζητούν άσυλο στην Ευρώπη, ενώ η εμφάνιση της Αλ Κάιντα, το Ισλαμικό Κράτος, και άλλων εξτρεμιστικών κινημάτων είχε ανησυχητικές επιπτώσεις σε μερικούς από τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Ευρώπης. Ο κίνδυνος τρομοκρατών του εσωτερικού ή των μοναχικών λύκων είναι συχνά υπερβολικός, αλλά ωστόσο δεν είναι μηδαμινός. Και επιπλέον, κάποιοι Ευρωπαίοι θέλουν να επαναφέρουν το θέμα των ανοιχτών συνόρων που ήταν βασικό επίτευγμα της Ενιαία Ευρωπαϊκής Πράξης του 1986. Εν τω μεταξύ, η σύγκρουση στην Ουκρανία εγείρει νέες ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των ανατολικών συνόρων της ΕΕ. Η ΕΕ δεν ήταν σε θέση να προωθήσει συμφωνίες νέων μέτρων για την αντιμετώπιση οποιωνδήποτε από αυτές τις προκλήσεις, υπογραμμίζοντας περαιτέρω τη δυσλειτουργική διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η τελική πρόκληση της ΕΕ είναι ο επίμονος εθνικισμός που διακατέχει τους πληθυσμούς των επιμέρους κρατών μελών.

Οι ελίτ που ξεκίνησαν το αρχικό ευρωπαϊκό σχέδιο ήλπιζαν ότι θα υπερβεί την υπάρχουσα εθνική πίστη, αλλά ο εθνικισμός παραμένει ζωντανός σε όλη την ήπειρο. Η Βρετανία μπορεί να ψηφίσει για αποχώρηση από την ΕΕ τον επόμενο χρόνο, ο Σκωτσέζικος εθνικισμός μπορεί να οδηγήσει σε διάσπαση από το Ηνωμένο Βασίλειο και τα εθνικιστικά αισθήματα να συνεχίζουν να σιγοβράζουν στην Καταλονία και αλλού. Η οικονομική στασιμότητα, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας των νέων και οι ανησυχίες σχετικά με τη μετανάστευση έχουν επίσης προκαλέσει αύξηση των ευρω- σκεπτικιστικών εθνικιστικών κομμάτων, που απορρίπτουν τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες έχει οικοδομηθεί η ΕΕ. Προσθέτοντας και τη δυσμενή δημογραφική κατάσταση της Ευρώπης -της οποίας ο πληθυσμός της είναι σε φθίνουσα πορεία και η μέση ηλικία αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς- έχουμε μια συνταγή αργής οικονομικής ανάπτυξης και αυξανόμενης δυσαρέσκειας με την επικρατούσα πολιτική τάση και τους πολιτικούς θεσμούς. Αν αυτές οι τάσεις επιτρέψουν τελικά σε ομάδες όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία να αποκτήσουν πραγματική δύναμη, η υποστήριξη για μια «πιο κλειστή ένωση» θα διαβρώσει ακόμη περισσότερο .

Κοιτώντας προς το μέλλον, μπορεί κανείς να φανταστεί τρεις πιθανές πορείες για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αρχικά, οι ηγέτες της Ευρώπης θα μπορούσαν να βρουν δημιουργικούς νέους τρόπους για να ξεπεραστούν οι προκλήσεις που αναφέρονται ανωτέρω. Στη θεωρία, μία τολμηρή και αποφασιστική ηγεσία θα μπορούσε να αξιοποιήσει τα θεσμικά όργανα να στηρίξουν το ευρώ, να αφομοιώσει τους πληθυσμούς των μεταναστών πιο αποτελεσματικά και να υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις που θα προάγει ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη.

Δυστυχώς, αυτό το αισιόδοξο σενάριο για αναζωογόνηση της ΕΕ είναι απίθανο. Δεν υπάρχουν Ευρωπαίοι ηγέτες σήμερα με το όραμα και το ανάστημα ενός Αντενάουερ, Ντε Γκωλ, ή Θάτσερ, και θα χρειαστούν χρόνια για σοβαρές μεταρρυθμίσεις που θα μπορέσουν να επιβιώσουν μέσα από την περίτεχνα συναινετικό μηχανισμό διακυβέρνησης  της ΕΕ.

Αντί για μια στενότερη ένωση, ως εκ τούτου, η ΕΕ είναι πιο πιθανό απλά να επιβιώνει. Θα κρατήσει τους μηχανισμούς βοήθειας και ενίσχυσης για την αντιμετώπιση της κρίσης του ευρώ και θα βασίζονται στις εμπορικές συμφωνίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα για μια οικονομική ώθηση. Σε αυτό το σενάριο - το οποίο θεωρώ ως το πιο πιθανό - η ΕΕ θα επιβιώσει, αλλά η εύρωστη ανάπτυξη θα είναι σχεδόν αδύνατη, η υποστήριξη για την Ένωση θα μειωθεί, και η παγκόσμια επιρροή της Ευρώπης θα συνεχίσει να φθίνει.

Αλλά υπάρχει και μια τρίτη πιθανότητα: Το πείραμα της ΕΕ θα μπορούσε να αρχίσει να διαλύεται. Μια ελληνική έξοδος από την ευρωζώνη θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο προηγούμενο, οι εθνικιστικές δυσαρέσκειες θα μπορούσαν να  γίνουν πιο σοβαρές, ηγέτες με πιο αυταρχικές τάσεις θα μπορούσαν να έρθουν στην εξουσία (όπως έχει ήδη συμβεί στην Ουγγαρία)  και η Ελλάδα θα μπορούσε να διαλυθεί μέσα από μία ευρεία κοινωνική αναταραχή (ή χειρότερα). Ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη θα εξετάσουν ακόμη και το ενδεχόμενο βοήθειας από τη Μόσχα (αν και είναι απίθανο να είναι ουσιαστική).

Αν η αποσύνθεση ξεκινά, το μόνο ερώτημα είναι: Πόσο μακριά και πόσο γρήγορα θα πάει;

Οι δύο τελευταίες πιθανότητες - είτε της απλής επιβίωσης ή της σταδιακής διάλυσης - θα είναι άσχημα νέα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αργή οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη σημαίνει βραδύτερη ανάπτυξη στις Ηνωμένες Πολιτείες, και μια ασθενέστερη Ευρώπη θα είναι λιγότερο χρήσιμη, τη στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ανόδου της Κίνας και μιας ταραγμένης Μέσης Ανατολής. Τα προβλήματα στην Ευρώπη θα αποσπάσουν επίσης τους ηγέτες των ΗΠΑ και από άλλες περιοχές και θέματα που απαιτούν προσοχή».

Συνοψίζοντας, ο Καθηγητής τονίζει πως «από το τέλος του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, η σταθερότητα και η ευημερία στην Ευρώπη ήταν μεγάλο πλεονέκτημα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτέλεσε βασικό συστατικό σε μια παγκόσμια τάξη που ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για την Αμερική. Εάν οι καλύτερες μέρες της ΕΕ αποτελούν παρελθόν, οι Αμερικανοί θα πρέπει να προετοιμαστούν για έναν κόσμο που είναι λιγότερο σταθερός, ασφαλής και ευημερής  από αυτόν που έχουν συνηθίσει. Θα πρέπει να ελπίζουμε ότι τα πράγματα δε θα εξελιχθούν έτσι, αλλά μάλλον αυτό είναι το πιο πιθανό σενάριο δεδομένης της θέσης που βρίσκεται σήμερα η Ευρώπη». 

Δεν υπάρχουν σχόλια: