Επιστροφή στο περσινό καλοκαίρι για τους καναλάρχες
Γράφει ο Πολιτικός
Διαβάζω στο enimerosi24 ότι το ΕΣΡ απέστειλε επιστολή προς τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής Νίκο Παππά με την οποία τον πληροφορεί για την ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την τιμή εκκίνησης για τις τηλεοπτικές άδειες...
Η τιμή εκκίνησης για κάθε μία από τις επτά δημοπρατούμενες τηλεοπτικές άδειες ορίστηκε στα 35 εκατ. ευρώ. Συνολικά δηλαδή το ΕΣΡ φιλοδοξεί να εισπραχθούν 245 εκατ. ευρώ για τις επτά τηλεοπτικές άδειες. Και το μυαλό μου κατευθείαν σχηματίζει την πολεμική εικόνα το περσινού καλοκαιριού με όλους τους καναλάρχες, εργαζόμενους στα κανάλια και φυσικά την αντιπολίτευση να καταγγέλλει και σχεδόν να βομβαρδίζει με κοσμητικά επίθετα τον… καναλάρχη Νίκο Παππά.
Το τηλεοπτικό καθεστώς που κυριάρχησε στην Ελλάδα είναι γνωστό σε όλους και δεν χρειάζονται συστάσεις για το ποιοι, πώς και τι ρόλο έπαιξε. Όταν ο αρμόδιος υπουργός ξεκίνησε την υλοποίηση της κυβερνητικής δέσμευσης για εφαρμογή της νομιμότητας στην τηλεοπτική αγορά ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στους καναλάρχες και την κυβέρνηση και κυρίως κατά του τότε Υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά.
Και επειδή η αλήθεια είναι η μη λήθη, ας θυμηθούμε ορισμένα κεφάλαια αυτής της υπόθεσης.
Ο Νίκος Παππάς ανάλαβε και υλοποίησε όχι μόνο μια δέσμευση του κόμματος του, αλλά τη συνταγματική επιταγή και τις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Οι καναλάρχες που αντέδρασαν χρησιμοποιούν τις δημόσιες συχνότητες-ακόμα και σήμερα- που τους έχουν παραχωρηθεί «προσωρινά» για να υποστηρίζουν τη θέση τους, προβάλλοντας τη δική τους «νομιμότητα» αλλά παραβιάζοντας τη συνταγματική πρόβλεψη για το ρόλο της ραδιοτηλεόρασης.
Ακολούθησε ορυμαγδός επιχειρημάτων για την ελεύθερη αγορά, για κομμωτήρια και εστιατόρια και ότι στο τέλος η κυβέρνηση θα αποφασίζει και για τoν αριθμό αυτών των επιχειρήσεων.
Όλοι αυτοί ξεχνούσαν, βέβαια, ότι οι συχνότητες είναι δημόσιο αγαθό και όχι επιχείρηση που ο καθένας μπορεί στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς να ανοίξει σε λογική super market.
Η αλήθεια που δεν ακούστηκε τόσο έντονα ήταν η απόφαση της δικαιοσύνης επί του συνόλου των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων που κατέθεσαν τότε τα κανάλια κατά του υπουργού Επικρατείας, Νίκου Παππά, για το διαγωνισμό αδειοδότησης των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών. Και αυτή ήταν, ότι η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας τις απέρριψε, κρίνοντας ότι υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν να ολοκληρωθεί άμεσα ο διαγωνισμός. Ουσιαστικά πέρα από τα τεχνικά και επιμέρους κομμάτια του διαγωνισμού δικαίωνε απόλυτα την πολιτική απόφαση του διαγωνισμού.
Στο σκεπτικό του, το Δικαστήριο απορρίπτει τα ασφαλιστικά μέτρα και ότι τα έξι κανάλια δεν υφίστανται βλάβη από το διαγωνισμό αλλά το σημαντικότερο: «συντρέχουν εν προκειμένω -κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τη Διοίκηση- επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν την ταχεία ολοκλήρωση της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας».
Το παρανοϊκό σε αυτήν την υπόθεση ήταν, ότι όλο αυτό το σκεπτικό το πέταξε στον κάλαθο των αχρηστών το ίδιο δικαστήριο στην ολομέλεια του, αγνοώντας το δημόσιο συμφέρον και εκδίδοντας απόφαση αντισυνταγματικότητας όχι κατά το νόμου αλλά για «επιμέρους κομμάτια του διαγωνισμού», όπως η αρμοδιότητα του ΕΣΡ. Για τη σύνθεση του οποίου δεν έφερε ευθύνη η κυβέρνηση.
Με οριακή πλειοψηφία 14-11 η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε όχι τον νόμο Παππά, αλλά το τετελεσμένο του διαγωνισμού σχετικά με τις αδειοδοτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών. Τότε τα κόμματα ζήτησαν την παραίτηση του Νίκου Παππά.
Αργότερα βγήκε και το σκεπτικό της απόφασης σύμφωνα με το όποιο το ΕΣΡ είναι αρμόδιο αποκλειστικά και για την αδειοδότηση αλλά και για όλα τα άλλα, όπως τους όρους και προϋποθέσεις του διαγωνισμού, με παραδοχή ότι τα κανάλια λειτουργούν παράνομα και ότι πρέπει να προχωρήσει γρήγορα η αδειοδότηση.
Προσέξτε τώρα το παράδοξο, σε ό,τι αφορά το άρθρο 101 του Συντάγματος που προβλέπει τη συγκρότηση των Ανεξάρτητων Αρχών, το ΣτΕ αποφαίνεται ότι για τη συγκρότηση τους απαιτείται η σύμπραξη των πολιτικών κομμάτων, μέσω της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, σημειώνοντας ότι αν αυτό δεν γίνεται, υπάρχει ουσιαστικά παραβίαση του Συντάγματος. Αυτό όμως – όπως τονίζεται – δεν δικαιολογεί τη συνταγματικότητα της ρυθμίσεως του νόμου που αφαίρεσε την αρμοδιότητα από το ΕΣΡ και την έδωσε στον υπουργό. Συγκεκριμένα, κατά την απόφαση, δεν μπορεί να θεραπευθεί μία παραβίαση διατάξεως του συντάγματος με άλλη παραβίαση και συγκεκριμένα της διατάξεως του άρθρου 15 παράγραφος 2 που αναφέρει ρητά ότι το ΕΣΡ είναι αποκλειστικό αρμόδιο για τη χορήγηση των τηλεοπτικών αδειών καθώς και για τη διαγωνιστική αδειοδοτική διαδικασία.
Δηλαδή το ΣτΕ ανάμεσα στο δημόσιο συμφέρον, επέλεξε το συμφέρον του καναλάρχη, δηλαδή αν τα κόμματα παραβιάζοντας το Σύνταγμα δεν επέτρεπαν τη σύνθεση του ΕΣΡ, τότε η τηλεοπτική ανομία γίνεται νόμος!
Το δημόσιο συμφέρον αποτελεί θεμελιώδη έννοια του δημοσίου δικαίου αναφερόμενη στους σκοπούς που επιδιώκει το κράτος στο πλαίσιο του κράτους δικαίου. Δημόσιο είναι το συμφέρον, όταν υποκείμενο του είναι ο λαός, που έχει οργανωθεί με την έννομη τάξη σε κράτος. Συνεπώς, το δημόσιο συμφέρον έχει κοινωνικό χαρακτήρα και συνδέεται με την έννομη τάξη. Για την οριακή πλειοψηφία των δικαστών του ΣτΕ όλα αυτά δεν είχαν σημασία και παρά τις προηγούμενες αποφάσεις της Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας που είχε απορρίψει τα ασφαλιστικά μέτρα των καναλάρχών με αυτό το σκεπτικό.
Το τοπίο σήμερα θα ήταν διαφορετικό, θα είχαν μπει χρήματα στο ταμείο, θα υπήρχαν εξασφαλισμένες θέσεις εργασίας αλλά και ρευστό στην τηλεοπτική αγορά.
Όσοι μιλούσαν για απεριόριστο αριθμό τηλεοπτικών αδειών, μετά την απόφαση του ΕΣΡ για επτά σφυρίζουν αδιάφορα και μετά τη γνώμη που διατύπωσε για τιμή εκκίνησης τα 35 εκατομμύρια μάλλον ξέχασαν τα περί συμβολικού τιμήματος.
Το πολιτικό ερώτημα που τίθεται είναι, αν δεν προχωρούσε το διαγωνισμό με τις τηλεοπτικές άδειες η κυβέρνηση τι θα γινόταν σήμερα; Η απάντηση απλή, σίγουρα δεν θα υπήρχε θέμα αριθμού καναλιών αλλά και τιμή εκκίνησης! Εκείνος ο διαγωνισμός δημιούργησε «δεδικασμένο» που δύσκολα θα μπορούσε να αγνοηθεί.
Δεν ξέρω αν ο Νίκος Παππάς θα σκέφτεται ότι «Πρώτα σε αγνοούν, μετά σε κοροϊδεύουν, μετά σε πολεμούν, μετά τους νικάς» αλλά σίγουρα θα αισθάνεται δικαιωμένος γιατί αν δεν υπήρχε ο δικός του διαγωνισμός θα έπρεπε να τον είχαμε εφεύρει για να φτάσουμε στις σημερινές αποφάσεις.
ΥΓ. Σίγουρα οι καναλάρχες δεν θα κάτσουν με σταυρωμένα χέρια και θα προσφύγουν εκ νέου στα δικαστήρια, με ενδιαφέρον θα περιμένουμε τις αποφάσεις των… εντιμότατων κυριών… δικαστών.
enimerosi24
Γράφει ο Πολιτικός
Διαβάζω στο enimerosi24 ότι το ΕΣΡ απέστειλε επιστολή προς τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής Νίκο Παππά με την οποία τον πληροφορεί για την ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την τιμή εκκίνησης για τις τηλεοπτικές άδειες...
Η τιμή εκκίνησης για κάθε μία από τις επτά δημοπρατούμενες τηλεοπτικές άδειες ορίστηκε στα 35 εκατ. ευρώ. Συνολικά δηλαδή το ΕΣΡ φιλοδοξεί να εισπραχθούν 245 εκατ. ευρώ για τις επτά τηλεοπτικές άδειες. Και το μυαλό μου κατευθείαν σχηματίζει την πολεμική εικόνα το περσινού καλοκαιριού με όλους τους καναλάρχες, εργαζόμενους στα κανάλια και φυσικά την αντιπολίτευση να καταγγέλλει και σχεδόν να βομβαρδίζει με κοσμητικά επίθετα τον… καναλάρχη Νίκο Παππά.
Το τηλεοπτικό καθεστώς που κυριάρχησε στην Ελλάδα είναι γνωστό σε όλους και δεν χρειάζονται συστάσεις για το ποιοι, πώς και τι ρόλο έπαιξε. Όταν ο αρμόδιος υπουργός ξεκίνησε την υλοποίηση της κυβερνητικής δέσμευσης για εφαρμογή της νομιμότητας στην τηλεοπτική αγορά ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στους καναλάρχες και την κυβέρνηση και κυρίως κατά του τότε Υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά.
Και επειδή η αλήθεια είναι η μη λήθη, ας θυμηθούμε ορισμένα κεφάλαια αυτής της υπόθεσης.
Ο Νίκος Παππάς ανάλαβε και υλοποίησε όχι μόνο μια δέσμευση του κόμματος του, αλλά τη συνταγματική επιταγή και τις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Οι καναλάρχες που αντέδρασαν χρησιμοποιούν τις δημόσιες συχνότητες-ακόμα και σήμερα- που τους έχουν παραχωρηθεί «προσωρινά» για να υποστηρίζουν τη θέση τους, προβάλλοντας τη δική τους «νομιμότητα» αλλά παραβιάζοντας τη συνταγματική πρόβλεψη για το ρόλο της ραδιοτηλεόρασης.
Ακολούθησε ορυμαγδός επιχειρημάτων για την ελεύθερη αγορά, για κομμωτήρια και εστιατόρια και ότι στο τέλος η κυβέρνηση θα αποφασίζει και για τoν αριθμό αυτών των επιχειρήσεων.
Όλοι αυτοί ξεχνούσαν, βέβαια, ότι οι συχνότητες είναι δημόσιο αγαθό και όχι επιχείρηση που ο καθένας μπορεί στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς να ανοίξει σε λογική super market.
Η αλήθεια που δεν ακούστηκε τόσο έντονα ήταν η απόφαση της δικαιοσύνης επί του συνόλου των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων που κατέθεσαν τότε τα κανάλια κατά του υπουργού Επικρατείας, Νίκου Παππά, για το διαγωνισμό αδειοδότησης των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών. Και αυτή ήταν, ότι η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας τις απέρριψε, κρίνοντας ότι υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν να ολοκληρωθεί άμεσα ο διαγωνισμός. Ουσιαστικά πέρα από τα τεχνικά και επιμέρους κομμάτια του διαγωνισμού δικαίωνε απόλυτα την πολιτική απόφαση του διαγωνισμού.
Στο σκεπτικό του, το Δικαστήριο απορρίπτει τα ασφαλιστικά μέτρα και ότι τα έξι κανάλια δεν υφίστανται βλάβη από το διαγωνισμό αλλά το σημαντικότερο: «συντρέχουν εν προκειμένω -κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τη Διοίκηση- επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν την ταχεία ολοκλήρωση της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας».
Το παρανοϊκό σε αυτήν την υπόθεση ήταν, ότι όλο αυτό το σκεπτικό το πέταξε στον κάλαθο των αχρηστών το ίδιο δικαστήριο στην ολομέλεια του, αγνοώντας το δημόσιο συμφέρον και εκδίδοντας απόφαση αντισυνταγματικότητας όχι κατά το νόμου αλλά για «επιμέρους κομμάτια του διαγωνισμού», όπως η αρμοδιότητα του ΕΣΡ. Για τη σύνθεση του οποίου δεν έφερε ευθύνη η κυβέρνηση.
Με οριακή πλειοψηφία 14-11 η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε όχι τον νόμο Παππά, αλλά το τετελεσμένο του διαγωνισμού σχετικά με τις αδειοδοτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών. Τότε τα κόμματα ζήτησαν την παραίτηση του Νίκου Παππά.
Αργότερα βγήκε και το σκεπτικό της απόφασης σύμφωνα με το όποιο το ΕΣΡ είναι αρμόδιο αποκλειστικά και για την αδειοδότηση αλλά και για όλα τα άλλα, όπως τους όρους και προϋποθέσεις του διαγωνισμού, με παραδοχή ότι τα κανάλια λειτουργούν παράνομα και ότι πρέπει να προχωρήσει γρήγορα η αδειοδότηση.
Προσέξτε τώρα το παράδοξο, σε ό,τι αφορά το άρθρο 101 του Συντάγματος που προβλέπει τη συγκρότηση των Ανεξάρτητων Αρχών, το ΣτΕ αποφαίνεται ότι για τη συγκρότηση τους απαιτείται η σύμπραξη των πολιτικών κομμάτων, μέσω της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, σημειώνοντας ότι αν αυτό δεν γίνεται, υπάρχει ουσιαστικά παραβίαση του Συντάγματος. Αυτό όμως – όπως τονίζεται – δεν δικαιολογεί τη συνταγματικότητα της ρυθμίσεως του νόμου που αφαίρεσε την αρμοδιότητα από το ΕΣΡ και την έδωσε στον υπουργό. Συγκεκριμένα, κατά την απόφαση, δεν μπορεί να θεραπευθεί μία παραβίαση διατάξεως του συντάγματος με άλλη παραβίαση και συγκεκριμένα της διατάξεως του άρθρου 15 παράγραφος 2 που αναφέρει ρητά ότι το ΕΣΡ είναι αποκλειστικό αρμόδιο για τη χορήγηση των τηλεοπτικών αδειών καθώς και για τη διαγωνιστική αδειοδοτική διαδικασία.
Δηλαδή το ΣτΕ ανάμεσα στο δημόσιο συμφέρον, επέλεξε το συμφέρον του καναλάρχη, δηλαδή αν τα κόμματα παραβιάζοντας το Σύνταγμα δεν επέτρεπαν τη σύνθεση του ΕΣΡ, τότε η τηλεοπτική ανομία γίνεται νόμος!
Το δημόσιο συμφέρον αποτελεί θεμελιώδη έννοια του δημοσίου δικαίου αναφερόμενη στους σκοπούς που επιδιώκει το κράτος στο πλαίσιο του κράτους δικαίου. Δημόσιο είναι το συμφέρον, όταν υποκείμενο του είναι ο λαός, που έχει οργανωθεί με την έννομη τάξη σε κράτος. Συνεπώς, το δημόσιο συμφέρον έχει κοινωνικό χαρακτήρα και συνδέεται με την έννομη τάξη. Για την οριακή πλειοψηφία των δικαστών του ΣτΕ όλα αυτά δεν είχαν σημασία και παρά τις προηγούμενες αποφάσεις της Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας που είχε απορρίψει τα ασφαλιστικά μέτρα των καναλάρχών με αυτό το σκεπτικό.
Το τοπίο σήμερα θα ήταν διαφορετικό, θα είχαν μπει χρήματα στο ταμείο, θα υπήρχαν εξασφαλισμένες θέσεις εργασίας αλλά και ρευστό στην τηλεοπτική αγορά.
Όσοι μιλούσαν για απεριόριστο αριθμό τηλεοπτικών αδειών, μετά την απόφαση του ΕΣΡ για επτά σφυρίζουν αδιάφορα και μετά τη γνώμη που διατύπωσε για τιμή εκκίνησης τα 35 εκατομμύρια μάλλον ξέχασαν τα περί συμβολικού τιμήματος.
Το πολιτικό ερώτημα που τίθεται είναι, αν δεν προχωρούσε το διαγωνισμό με τις τηλεοπτικές άδειες η κυβέρνηση τι θα γινόταν σήμερα; Η απάντηση απλή, σίγουρα δεν θα υπήρχε θέμα αριθμού καναλιών αλλά και τιμή εκκίνησης! Εκείνος ο διαγωνισμός δημιούργησε «δεδικασμένο» που δύσκολα θα μπορούσε να αγνοηθεί.
Δεν ξέρω αν ο Νίκος Παππάς θα σκέφτεται ότι «Πρώτα σε αγνοούν, μετά σε κοροϊδεύουν, μετά σε πολεμούν, μετά τους νικάς» αλλά σίγουρα θα αισθάνεται δικαιωμένος γιατί αν δεν υπήρχε ο δικός του διαγωνισμός θα έπρεπε να τον είχαμε εφεύρει για να φτάσουμε στις σημερινές αποφάσεις.
ΥΓ. Σίγουρα οι καναλάρχες δεν θα κάτσουν με σταυρωμένα χέρια και θα προσφύγουν εκ νέου στα δικαστήρια, με ενδιαφέρον θα περιμένουμε τις αποφάσεις των… εντιμότατων κυριών… δικαστών.
enimerosi24
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου