Μια από τις εκφράσεις που ακούγονται πολύ τον τελευταίο καιρό, κυρίως από την αντιπολίτευση, είναι και η φράση «στα βράχια», συνήθως σε σχέση με την πορεία της χώρας, π.χ. «οδηγείτε τη χώρα στα βράχια», όπως κατηγόρησε την κυβέρνηση πριν από μερικές εβδομάδες ο πρώην (μ’ αρέσει να το ακούω) πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς.
Είναι παραστατική η εικόνα και η παρομοίωση της χώρας με σκάφος που ακυβέρνητο ή κακοκυβερνημένο κινδυνεύει να συντριβεί στα βράχια της αφιλόξενης ακτής. Την εικόνα την έχουν... χρησιμοποιήσει σε ανύποπτο χρόνο, από το 2009 ακόμα, διάφοροι δημοσιογράφοι, αλλά η χρήση της έχει πυκνώσει κατακόρυφα τους τελευταίους μήνες, καταρχάς προεκλογικά όταν π.χ. ο Β. Βενιζέλος με τη γνωστή του μετριοφροσύνη είχε δηλώσει σε συνέντευξή του «δεν θα αφήσω τη χώρα να πάει στα βράχια»· μετά τις εκλογές τη σκυτάλη την πήρε επάξια ο κ. Σαμαράς, ξεκινώντας από τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην νέα κυβέρνηση, και ακολούθησαν τα φιλικά του μέσα (δηλαδή σχεδόν το σύνολο των έντυπων και ηλεκτρονικών μέσων) κι έτσι συνέχεια ακούμε πως η χώρα, όμοια κατευθύνεται ολοταχώς προς τα βράχια, ή ότι κινδυνεύει να πέσει στα βράχια.
Τα βράχια ανήκουν σε μια ολιγομελή αλλά ενδιαφέρουσα κατηγορία λέξεων με διγενή πληθυντικό, τις λεγόμενες ετερόκλιτες, δηλαδή που σχηματίζουν δύο τύπους στον πληθυντικό, σε αρσενικό και σε ουδέτερο, ενώ ο ενικός είναι μόνο σε αρσενικό: ο βράχος – οι βράχοι και τα βράχια, ενώ στην ίδια κατηγορία έχουμε τα χρόνια, τα λόγια, τα καπνά και μερικές ακόμα λέξεις.
Ο βράχος είναι λέξη της ελληνιστικής εποχής, που έχει απροσδόκητη ετυμολογία. Στα αρχαία ελληνικά, «τα βράχεα» (εννοείται η λέξη ‘ύδατα’) ήταν τα ρηχά της θάλασσας. Κι επειδή τις περισσότερες φορές η ρηχή θάλασσα είναι γεμάτη βράχια, τελικά «τα βράχεα» ονομάστηκαν οι βραχώδεις ακτές, και στη συνέχεια τα βράχια, ήδη από τον Ηρόδοτο («απικέσθαι ες θάλασσαν ουκέτι πλωτήν υπό βραχέων», 2.102), ενώ αργότερα εμφανίζεται και σε ενικό, το βράχος με πληθυντικό τα βράχη, ενώ η μετατροπή σε αρσενικό γένος, ο βράχος, πήρε μεγεθυντική σημασία — κι έτσι από ένα ρευστό φτάσαμε η ίδια λέξη να δηλώνει ένα στερεό, και μάλιστα ογκώδες και συμπαγές στερεό.
Συνήθως, χρησιμοποιούμε τον τύπο «τα βράχια» για πέτρες που βρίσκονται στην ακτή ή μέσα στη θάλασσα (οπότε μπορεί να είναι ύφαλοι ή σκόπελοι), ενώ τον τύπο «οι βράχοι» για πέτρινους όγκους της ξηράς. Ο βράχος μπορεί να δηλώνει και ολόκληρο λόφο –κι έτσι λέμε για τον ιερό βράχο της Ακρόπολης.
Έναν τόπο με απόκρημνους βράχους ή απλώς δυσπρόσιτο ή και μακριά από τον πολιτισμό, τον λέμε «κατσάβραχα», λέξη που πρέπει να προήλθε από το «κακά βράχια» > «κακιά βράχια» με τσιτακισμό. Έχουμε βέβαια και τα Βραχώδη Όρη, όπως αποδόθηκε στην καθαρεύουσα η μεγάλη οροσειρά της δυτικής Βόρειας Αμερικής, αλλά και τα «βραχώδη οικόπεδα» της Φιλοθέης, που είχε αποκτήσει, με χαμηλό τίμημα, ο εθνάρχης Κων. Καραμανλής στη δεκαετία του 1960.
Ο βράχος εύλογα απέκτησε τη μεταφορική σημασία του προσώπου που μένει σταθερό στις απαιτήσεις του, που χαρακτηρίζεται από ψυχικό σθένος και δύναμη, που δεν υποχωρεί από τις θέσεις του ή τις πεποιθήσεις του, παρά τις αντιξοότητες ή τις απειλές. Καμιά φορά βέβαια, ο βράχος καταρρέει –όπως στο γνωστό ποίημα του Βαλαωρίτη. Ακόμα, ένα από τα πολλά σχήματα του αδύνατου και της ματαιοπονίας είναι να οργώνει κανείς στα βράχια: «λες και οργώνω μες στα βράχια, λες και σπέρνω μες στην άμμο», λέει το λαϊκό τραγούδι — κι ας έγραψε ο Καζαντζάκης λίγο πριν πεθάνει, στα γαλλικά, τον Βραχόκηπο.
Βραχονησίδες λέγονται τα μικρά και ακατοίκητα βραχώδη νησιά, που τέτοια έχουμε χιλιάδες στις θάλασσές μας, ενώ τα μεγαλύτερα τέτοια νησιά λέγονται βραχονήσια ή ξερονήσια –λέξη που παραπέμπει βέβαια στους τόπους εξορίας των κομμουνιστών, των αριστερών και των δημοκρατών επί μισόν αιώνα ως το 1974. Όταν ο Καζαντζίδης τραγουδούσε μοναδικά το «Βράχο βράχο τον καημό μου», δεν περιέγραφε βέβαια τον καημό κάποιου αναχωρητή, τα βάσανα του εξόριστου τραγουδούσε.
Θέλω να πω, η Αριστερά ξέρει από βράχια. Κι έτσι, ελπίζω βάσιμα ότι θα μπορέσει να τα αποφύγει, ώστε να καταλήξουμε σε συμφωνία και σε έντιμο συμβιβασμό –να σκάσουν από το κακό τους κι εκείνοι που περιμένουν στην ακρογιαλιά έτοιμοι να πλιατσικολογήσουν τα συντρίμμια του καραβιού.
Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει σταsarantakos.wordpress.com και www.sarantakos.com.
left
Τα βράχια ανήκουν σε μια ολιγομελή αλλά ενδιαφέρουσα κατηγορία λέξεων με διγενή πληθυντικό, τις λεγόμενες ετερόκλιτες, δηλαδή που σχηματίζουν δύο τύπους στον πληθυντικό, σε αρσενικό και σε ουδέτερο, ενώ ο ενικός είναι μόνο σε αρσενικό: ο βράχος – οι βράχοι και τα βράχια, ενώ στην ίδια κατηγορία έχουμε τα χρόνια, τα λόγια, τα καπνά και μερικές ακόμα λέξεις.
Ο βράχος είναι λέξη της ελληνιστικής εποχής, που έχει απροσδόκητη ετυμολογία. Στα αρχαία ελληνικά, «τα βράχεα» (εννοείται η λέξη ‘ύδατα’) ήταν τα ρηχά της θάλασσας. Κι επειδή τις περισσότερες φορές η ρηχή θάλασσα είναι γεμάτη βράχια, τελικά «τα βράχεα» ονομάστηκαν οι βραχώδεις ακτές, και στη συνέχεια τα βράχια, ήδη από τον Ηρόδοτο («απικέσθαι ες θάλασσαν ουκέτι πλωτήν υπό βραχέων», 2.102), ενώ αργότερα εμφανίζεται και σε ενικό, το βράχος με πληθυντικό τα βράχη, ενώ η μετατροπή σε αρσενικό γένος, ο βράχος, πήρε μεγεθυντική σημασία — κι έτσι από ένα ρευστό φτάσαμε η ίδια λέξη να δηλώνει ένα στερεό, και μάλιστα ογκώδες και συμπαγές στερεό.
Συνήθως, χρησιμοποιούμε τον τύπο «τα βράχια» για πέτρες που βρίσκονται στην ακτή ή μέσα στη θάλασσα (οπότε μπορεί να είναι ύφαλοι ή σκόπελοι), ενώ τον τύπο «οι βράχοι» για πέτρινους όγκους της ξηράς. Ο βράχος μπορεί να δηλώνει και ολόκληρο λόφο –κι έτσι λέμε για τον ιερό βράχο της Ακρόπολης.
Έναν τόπο με απόκρημνους βράχους ή απλώς δυσπρόσιτο ή και μακριά από τον πολιτισμό, τον λέμε «κατσάβραχα», λέξη που πρέπει να προήλθε από το «κακά βράχια» > «κακιά βράχια» με τσιτακισμό. Έχουμε βέβαια και τα Βραχώδη Όρη, όπως αποδόθηκε στην καθαρεύουσα η μεγάλη οροσειρά της δυτικής Βόρειας Αμερικής, αλλά και τα «βραχώδη οικόπεδα» της Φιλοθέης, που είχε αποκτήσει, με χαμηλό τίμημα, ο εθνάρχης Κων. Καραμανλής στη δεκαετία του 1960.
Ο βράχος εύλογα απέκτησε τη μεταφορική σημασία του προσώπου που μένει σταθερό στις απαιτήσεις του, που χαρακτηρίζεται από ψυχικό σθένος και δύναμη, που δεν υποχωρεί από τις θέσεις του ή τις πεποιθήσεις του, παρά τις αντιξοότητες ή τις απειλές. Καμιά φορά βέβαια, ο βράχος καταρρέει –όπως στο γνωστό ποίημα του Βαλαωρίτη. Ακόμα, ένα από τα πολλά σχήματα του αδύνατου και της ματαιοπονίας είναι να οργώνει κανείς στα βράχια: «λες και οργώνω μες στα βράχια, λες και σπέρνω μες στην άμμο», λέει το λαϊκό τραγούδι — κι ας έγραψε ο Καζαντζάκης λίγο πριν πεθάνει, στα γαλλικά, τον Βραχόκηπο.
Βραχονησίδες λέγονται τα μικρά και ακατοίκητα βραχώδη νησιά, που τέτοια έχουμε χιλιάδες στις θάλασσές μας, ενώ τα μεγαλύτερα τέτοια νησιά λέγονται βραχονήσια ή ξερονήσια –λέξη που παραπέμπει βέβαια στους τόπους εξορίας των κομμουνιστών, των αριστερών και των δημοκρατών επί μισόν αιώνα ως το 1974. Όταν ο Καζαντζίδης τραγουδούσε μοναδικά το «Βράχο βράχο τον καημό μου», δεν περιέγραφε βέβαια τον καημό κάποιου αναχωρητή, τα βάσανα του εξόριστου τραγουδούσε.
Θέλω να πω, η Αριστερά ξέρει από βράχια. Κι έτσι, ελπίζω βάσιμα ότι θα μπορέσει να τα αποφύγει, ώστε να καταλήξουμε σε συμφωνία και σε έντιμο συμβιβασμό –να σκάσουν από το κακό τους κι εκείνοι που περιμένουν στην ακρογιαλιά έτοιμοι να πλιατσικολογήσουν τα συντρίμμια του καραβιού.
Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει σταsarantakos.wordpress.com και www.sarantakos.com.
left
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου