H δολοφονία του στελέχους των Χριστιανοδημοκρατών, Βάλτερ Λίμπκε, παραμένει ανεξιχνίαστη από τις 2 Ιουνίου, όταν ο Γερμανός πολιτικός βρέθηκε μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα στην βεράντα του σπιτιού του, στο προάστιο Βολφχάγκεν της πόλης Κάσελ, από τον μεγάλο γιο του, να αιμορραγεί ακατάπαυστα από μια μια πληγή στο κεφάλι, η οποία αργότερα θα διαπιστωνόταν ότι είχε γίνει από σφαίρα...
Οι προσπάθειες να τον επαναφέρουν ήταν ανεπιτυχείς και το στέλεχος του CDU, του κόμματος της Μέρκελ, πέθανε σε ένα κοντινό νοσοκομείο δύο ώρες αργότερα.
Οι αρχές απέκλεισαν γρήγορα την πιθανότητα αυτοκτονίας. Δεν υπήρχαν ίχνη πυρίτιδας στα χέρια του Λίμπκε, αλλά ούτε κάποιο όπλο κοντά του. Οι αστυνομικοί πιστεύουν ότι ο δράστης πυροβόλησε από μικρή απόσταση, σχεδόν εξ επαφής, με όπλο μικρού διαμετρήματος. Πιστεύουν επίσης, όπως σημειώνει το Spiegel, ότι δεν ήταν το είδος όπλου που χρησιμοποιείται γενικά από εκτελεστές. Ενώ πρόσθεσαν, ότι στην ευρύτερη περιοχή πολλοί άνθρωποι έχουν πρόσβαση σε παρόμοια όπλα, συμπεριλαμβανομένων των κυνηγών και των μελών συλλόγων πυροβόλων όπλων.
Η δολοφονία ενός πολιτικού, έστω εάν εκ των πραγμάτων αποτελεί έτσι κι αλλιώς είδηση, δεν συνιστά αναγκαστικά πολιτική δολοφονία. Στην περίπτωση του Λίμπκε όμως οι ενδείξεις προς αυτή την κατεύθυνση είναι σχεδόν κραυγαλέες.
«Το γουρούνι πήρε τη χαριστική βολή»
Ο 65χρονος Χριστιανοδημοκράτης ήταν πρόεδρος της περιφέρειας του Κάσελ και βουλευτής στο τοπικό κοινοβούλιο της Έσσης. Τον Οκτώβριο του 2015, εφαρμόζοντας την απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να ανοίξει τα σύνορα της χώρας στους πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ, τους υπερασπίστηκε ανοιχτά και επιθετικά. Σύμφωνα με την περιγραφή της Deutsche Welle, εκείνο το πρωινό της 14ης Οκτωβρίου πριν από τέσσερα χρόνια ο Λίμπκε είχε έρθει στη μικρή πόλη Λοφέλντεν για να απαντήσει σε ερωτήσεις για ένα σχέδιο προσφυγικού καταλύματος στην περιοχή. Την χρονιά εκείνη, στο απόγειο της προσφυγικής κρίσης, τέτοιες εκδηλώσεις ήταν πολύ συχνές.
Συχνή ήταν και η παρουσία δεξιών και ακροδεξιών, που εκμεταλλεύονταν τις εκδηλώσεις για να διασπείρουν την ξενοφοβία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση επρόκειτο για οπαδούς του ακροδεξιού, ισλαμοφοβικού κινήματος Pegida.
Την ώρα της ομιλίας του ακροδεξιοί επιχειρούσαν συνεχώς να τον διακόπτουν και να του αποσπάσουν την προσοχή. Στην αρχή ακούγονταν γέλια, μεμονωμένα χειροκροτήματα, αλλά στη συνέχεια οργισμένοι άνδρες άρχισαν να τον γιουχαΐζουν και κάποιος του φώναζε «χάσου από τα μάτια μας».
Η απάντηση του Λίμπκε ήταν η εξής: «Πρέπει να υπερασπιστούμε τις αξίες μας. Και όποιος δεν εκπροσωπεί αυτές τις αξίες μπορεί να φύγει από τη χώρα ανά πάσα στιγμή, εφόσον δεν συμφωνεί. Ο κάθε Γερμανός είναι ελεύθερος να το πράξει».
Δεν πρόλαβαν να περάσουν δευτερόλεπτα και ξεκίνησε το «πανηγύρι» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η γερμανική ακροδεξιά έπεσε σε παραλήρημα. Ο Λίμπκε άρχισε να δέχεται απειλές για τη ζωή του από μια νεοναζιστική ομάδα τους «Reichsbürger» («Πολίτες του Ράιχ), οι οποίοι, ως είθισται στη νεοναζιστική ρητορική, δεν αποδέχονται τη νομιμότητα του σύγχρονου γερμανικού κράτους.
Η σφοδρότητα της νεοναζιστικής καμπάνιας εναντίον του «προδότη» ξεπέρασε κάθε φαντασία, ακόμη και με τα δεδομένα του 2015, της ακμής της προσφυγικής κρίσης. Οι χιλιάδες απειλές για εκτέλεση του έκαναν τον γύρο του διαδικτύου, όπως και οι προτροπές σε πράξεις μίσους και λιντσάρισμα.
Η δολοφονία του τέσσερα χρόνια μετά συνοδεύθηκε από ανάλογες εκδηλώσεις χαράς, από τους ίδιους ακροδεξιούς κύκλους: «Το γουρούνι, πήρε τη χαριστική βολή», «Εθνικοσοσιαλισμός τώρα, τώρα τώρα!», είναι μερικές από τις χαρακτηριστικές φράσεις που κατέκλυσαν το διαδίκτυο.
Στο μεσοδιάστημα όμως ανάμεσα στην ομιλία του 2015 και τη δολοφονία, οι κραυγές είχαν κοπάσει και δινόταν η αίσθηση ότι το θέμα «ξεχάστηκε». Ωστόσο, όπως σημειώνει το Spiegel, λίγους μήνες πριν τη δολοφονία, η Έρικα Στάινμπαχ, πρώην στέλεχος και βουλευτίνα του CDU η οποία κατέληξε στην ακροδεξιά, «νεκρανάστησε» παλιές αναρτήσεις κατά του Λίμπκε στο Twitter, για να επιτεθεί στο πρώην κόμμα της. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: Σαν να είχε δοθεί κάποιο «σύνθημα», η διαδικτυακή καταιγίδα εναντίον του Λίμπκε επανήλθε δριμύτερη. Γεγονός που αποδεικνύει, ότι τίποτα δεν είχε ξεχαστεί.
Θεωρίες συνωμοσίας και ένα παλιό αστυνομικό φιάσκο
Όπως και να έχει, όλα τα παραπάνω οδήγησαν αυτομάτως ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας να ερμηνεύσει τη δολοφονία ως εκδίκηση στο «προδότη». Η αστυνομία δεν εμφανίζεται να παίρνει σαφή θέση. «Δεν έχουμε ακόμη κανένα στοιχείο για τους δράστες και, κυρίως, δεν γνωρίζουμε τίποτα για το κίνητρο», είπε στους δημοσιογράφους η Ζαμπίνε Τιράου, η διευθύντρια της τοπικής δικαστικής αστυνομίας την ίδια μέρα της δολοφονίας. «Ερευνούμε προς πάσα κατεύθυνση και δεν αποκλείουμε κανένα κίνητρο», πολιτικό ή άλλο, πρόσθεσε.
Λογικό, θα σκεφτεί κανείς. ‘Ομως, σύμφωνα με το Spiegel, ακόμη και σήμερα η αστυνομία δεν έχει εγκαταλείψει - τουλάχιστον επισήμως - και την εκδοχή του αμιγώς ποινικού χαρακτήρα του εγκλήματος.
Παράλληλα, βρίσκεται σε εξέλιξη και η διασπορά θεωριών συνωμοσίας, που το γερμανικό περιοδικό θεωρεί ότι είναι πιθανό να έχουν την πηγή τους στην ακροδεξιά, σε μια απόπειρα να θολώσει την κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό, ότι «επιστρατεύθηκε» και το όνομα του Αντρέας Τέμμε. Πρόκειται για τον πρώην αξιωματικό πληροφοριών, ο οποίος συνομιλούσε σε μια ιστοσελίδα γνωριμιών, σε ένα ίντερνετ καφέ του Κάσελ το 2006, την ίδια στιγμή που ο ιδιοκτήτης του καφέ, Χαλίτ Γιοζγκάτ, έπεφτε νεκρός από μέλη της νεοναζιστικής συμμορίας NSU («Εθνικοσοσιαλιστικό Αντεργκράουντ»).
Ένας ιστότοπος που αρέσκεται σε θεωρίες συνωμοσίας και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη γερμανική ακροδεξιά, ο compact-online.de… θεωρεί ότι ο Τέμμε «συνδέεται» «και» με την δολοφονία του Λίμπκε. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο Τέμμε, ως πρώην πράκτορας των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών, είχε πληροφοριοδότες στη γερμανική ισλαμική παροικία. Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών (επίσης από το CDU), Βόλκερ Μπουφιερ, υποτίθεται ότι «προστάτευσε» αυτούς τους πληροφοριοδότες από το να γίνουν αντικείμενο έρευνας από τις γερμανικές αρχές. Ταυτόχρονα ήταν και εκείνος που διόρισε τον Λίμπκε το 2009 ως περιφερειακό πρόεδρο στο Κάσελ.
Ε, και; Η θεωρία, όπως αναφέρει και το Spiegel, δεν βγάζει κανένα νόημα. Αλλά προφανώς δεν είναι αυτός ο στόχος της. Διότι απευθύνεται σε ένα κοινό ήδη έτοιμο να δεχθεί κάθε απιθανότητα ως γεγονός. Ανάλογη τύχη είχε και η θεωρία ότι πίσω από τη δολοφονία κρύβονται οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίας, ή ακόμη και η μαφία.
Εξάλλου, ακόμη και ως απόπειρα άμυνας των νεοναζί, η θεωρία αυτή δεν βρήκε ανταπόκριση, με αμέτρητα διαδικτυακά φόρουμ να «δείχνουν» ως υπεύθυνη της δολοφονίας του Λίμπκε την ακροδεξιά.
Τόσο η κοινή γνώμη, όσο και το φιάσκο της αστυνομίας με τις δολοφονίες της NSU, ανάγκασαν τις αρχές να δηλώσουν ότι «λαμβάνουν σοβαρά υπόψη» την πολιτική εκδοχή, προσθέτοντας ότι η αστυνομία δεν θα μπορούσε να επαναλάβει τις τεράστιες αποτυχίες του παρελθόντος. Πρόκειται για τις εννέα δολοφονίες με ρατσιστικά κίνητρα που διέπραξαν μεταξύ του 2000 και του 2007, οι νεοναζί Ούβε Μπένχαρντ και Ούβε Μούντλος. Οι δύο νεοναζί σκότωσαν οκτώ Τούρκους μετανάστες και έναν Έλληνα, τον Θόδωρο Βουλγαρίδη, καθώς και μια Γερμανίδα αστυνομικό.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών για τα εγκλήματα αυτά, οι αρχές αγνόησαν ουσιαστικά την πιθανότητα ότι μια δεξιά εξτρεμιστική ομάδα θα μπορούσε να είναι πίσω τους. Έτσι, στην υπόθεση Λίμπκε, οι αρχές κάνουν ό,τι μπορούν να αποφύγουν και την παραμικρή υποψία «συγκάλυψης».
Νέες εκδοχές
Σύμφωνα με το Spiefgel, οι περίπου 50 αξιωματικοί της ειδικής επιτροπής που συστάθηκε για τη διαλεύκανση της δολοφονίας Λίμπκε δεν έχουν μέχρι στιγμής βρει ενδείξεις οργανωμένου εγκλήματος, ούτε ισχυρά στοιχεία που να τη συνδέουν με τις ακροδεξιές απειλές. Μια πρώτη εξέταση της σκηνής του εγκλήματος έδειξε ότι μπορεί να είχε πιο προσωπικό κίνητρο.
Το γερμανικό περιοδικό αναφέρει, ότι ένα σενάριο των αρχών είναι το εξής: Την νύχτα που δολοφονήθηκε ο Λίμπκε βρισκόταν σε εξέλιξη μια γιορτή μπύρας μόλις μερικές δεκάδες μέτρα από το σπίτι του. Το φεστιβάλ περιελάμβανε μουσική και μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ. Αν και ο Λίμπκε δεν παρέστη στο φεστιβάλ εκείνο το βράδυ, μάρτυρες τον είδαν σε καλή διάθεση, να γελά με επισκέπτες στη βεράντα του. Οι επισκέπτες έφυγαν το αργότερο μέχρι τις 11 το βράδυ. Ο δημόσιος ραδιοσταθμός Hessische Rundfunk ανέφερε ότι ο Λίμπκε και η σύζυγός του έμειναν στο σπίτι εκείνο το βράδυ για να φυλάνε το μικρό εγγόνι τους. Το σπίτι του πολιτικού βρίσκεται στην άκρη της πόλης, δίπλα σε χωράφια και σε ένα στενό, σκοτεινό δρόμο. Το ακίνητο δεν είναι περιφραγμένο και ήταν εύκολο για όποιον ήθελε να φτάσει μέχρι τη βεράντα.
Η αστυνομία ελπίζει ότι κάποιος από το φεστιβάλ μπορεί να είδε κάτι, δεδομένου ότι βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη τη στιγμή της δολοφονίας. Η αστυνομία μάλιστα ψάχνει και σε τηλεοπτικά βίντεο από την εκδήλωση. Εάν μπορέσουν να ακούσουν πυροβολισμό σε ένα από τα βίντεο, θα μπορούσαν να καθορίσουν τον ακριβή χρόνο της δολοφονίας. Οι αξιωματικοί ψάχνουν και το ενδεχόμενο ενός πιθανού καβγά με κάποιον συμμετέχοντα στο φεστιβάλ, ο οποίος, όντας μεθυσμένος, σκότωσε τον Λίμπκε.
Από την έρευνα προέκυψε ότι ο Λίμπκε είχε πολιτικούς εχθρούς και από άλλες πλευρές. Οι αντίπαλοι των ανεμογεννητριών ήταν θυμωμένοι μαζί του επειδή ενέκρινε την χωροθέτησή τους στην περιοχή. Κάποιοι επίσης τον κατηγορούσαν για «χαλαρή προσέγγιση» έναντι της χημικής εταιρείας «K+S», με έδρα το Κάσελ, η οποία φέρεται να έχει προκαλέσει σοβαρές περιβαλλοντικές βλάβες στο έδαφος της Βόρειας Εσσης.
Το Spiegel παραπέμπει σε δήλωση ενός ερευνητή των αρχών, ο οποίος είπε ότι δεν θα μπορούσε να αποκλείσει την πιθανότητα, ένας εξτρεμιστής της δεξιάς ή ένας φανατικός αντίπαλος της αιολικής ενέργειας να έχει πραγματοποιήσει τη δολοφονία. Αλλά, πρόσθεσε, θα προτιμούσε η υπόθεση Λιμπκε να μην μετατραπεί σε τεράστιο πολιτικό ζήτημα εν μέσω έρευνας. Προς το παρόν, είπε, είναι ακόμα μια ποινική υπόθεση. Αν και μυστηριώδης.
tvxs
Οι προσπάθειες να τον επαναφέρουν ήταν ανεπιτυχείς και το στέλεχος του CDU, του κόμματος της Μέρκελ, πέθανε σε ένα κοντινό νοσοκομείο δύο ώρες αργότερα.
Οι αρχές απέκλεισαν γρήγορα την πιθανότητα αυτοκτονίας. Δεν υπήρχαν ίχνη πυρίτιδας στα χέρια του Λίμπκε, αλλά ούτε κάποιο όπλο κοντά του. Οι αστυνομικοί πιστεύουν ότι ο δράστης πυροβόλησε από μικρή απόσταση, σχεδόν εξ επαφής, με όπλο μικρού διαμετρήματος. Πιστεύουν επίσης, όπως σημειώνει το Spiegel, ότι δεν ήταν το είδος όπλου που χρησιμοποιείται γενικά από εκτελεστές. Ενώ πρόσθεσαν, ότι στην ευρύτερη περιοχή πολλοί άνθρωποι έχουν πρόσβαση σε παρόμοια όπλα, συμπεριλαμβανομένων των κυνηγών και των μελών συλλόγων πυροβόλων όπλων.
Η δολοφονία ενός πολιτικού, έστω εάν εκ των πραγμάτων αποτελεί έτσι κι αλλιώς είδηση, δεν συνιστά αναγκαστικά πολιτική δολοφονία. Στην περίπτωση του Λίμπκε όμως οι ενδείξεις προς αυτή την κατεύθυνση είναι σχεδόν κραυγαλέες.
«Το γουρούνι πήρε τη χαριστική βολή»
Ο 65χρονος Χριστιανοδημοκράτης ήταν πρόεδρος της περιφέρειας του Κάσελ και βουλευτής στο τοπικό κοινοβούλιο της Έσσης. Τον Οκτώβριο του 2015, εφαρμόζοντας την απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να ανοίξει τα σύνορα της χώρας στους πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ, τους υπερασπίστηκε ανοιχτά και επιθετικά. Σύμφωνα με την περιγραφή της Deutsche Welle, εκείνο το πρωινό της 14ης Οκτωβρίου πριν από τέσσερα χρόνια ο Λίμπκε είχε έρθει στη μικρή πόλη Λοφέλντεν για να απαντήσει σε ερωτήσεις για ένα σχέδιο προσφυγικού καταλύματος στην περιοχή. Την χρονιά εκείνη, στο απόγειο της προσφυγικής κρίσης, τέτοιες εκδηλώσεις ήταν πολύ συχνές.
Συχνή ήταν και η παρουσία δεξιών και ακροδεξιών, που εκμεταλλεύονταν τις εκδηλώσεις για να διασπείρουν την ξενοφοβία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση επρόκειτο για οπαδούς του ακροδεξιού, ισλαμοφοβικού κινήματος Pegida.
Την ώρα της ομιλίας του ακροδεξιοί επιχειρούσαν συνεχώς να τον διακόπτουν και να του αποσπάσουν την προσοχή. Στην αρχή ακούγονταν γέλια, μεμονωμένα χειροκροτήματα, αλλά στη συνέχεια οργισμένοι άνδρες άρχισαν να τον γιουχαΐζουν και κάποιος του φώναζε «χάσου από τα μάτια μας».
Η απάντηση του Λίμπκε ήταν η εξής: «Πρέπει να υπερασπιστούμε τις αξίες μας. Και όποιος δεν εκπροσωπεί αυτές τις αξίες μπορεί να φύγει από τη χώρα ανά πάσα στιγμή, εφόσον δεν συμφωνεί. Ο κάθε Γερμανός είναι ελεύθερος να το πράξει».
Δεν πρόλαβαν να περάσουν δευτερόλεπτα και ξεκίνησε το «πανηγύρι» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η γερμανική ακροδεξιά έπεσε σε παραλήρημα. Ο Λίμπκε άρχισε να δέχεται απειλές για τη ζωή του από μια νεοναζιστική ομάδα τους «Reichsbürger» («Πολίτες του Ράιχ), οι οποίοι, ως είθισται στη νεοναζιστική ρητορική, δεν αποδέχονται τη νομιμότητα του σύγχρονου γερμανικού κράτους.
Η σφοδρότητα της νεοναζιστικής καμπάνιας εναντίον του «προδότη» ξεπέρασε κάθε φαντασία, ακόμη και με τα δεδομένα του 2015, της ακμής της προσφυγικής κρίσης. Οι χιλιάδες απειλές για εκτέλεση του έκαναν τον γύρο του διαδικτύου, όπως και οι προτροπές σε πράξεις μίσους και λιντσάρισμα.
Η δολοφονία του τέσσερα χρόνια μετά συνοδεύθηκε από ανάλογες εκδηλώσεις χαράς, από τους ίδιους ακροδεξιούς κύκλους: «Το γουρούνι, πήρε τη χαριστική βολή», «Εθνικοσοσιαλισμός τώρα, τώρα τώρα!», είναι μερικές από τις χαρακτηριστικές φράσεις που κατέκλυσαν το διαδίκτυο.
Στο μεσοδιάστημα όμως ανάμεσα στην ομιλία του 2015 και τη δολοφονία, οι κραυγές είχαν κοπάσει και δινόταν η αίσθηση ότι το θέμα «ξεχάστηκε». Ωστόσο, όπως σημειώνει το Spiegel, λίγους μήνες πριν τη δολοφονία, η Έρικα Στάινμπαχ, πρώην στέλεχος και βουλευτίνα του CDU η οποία κατέληξε στην ακροδεξιά, «νεκρανάστησε» παλιές αναρτήσεις κατά του Λίμπκε στο Twitter, για να επιτεθεί στο πρώην κόμμα της. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: Σαν να είχε δοθεί κάποιο «σύνθημα», η διαδικτυακή καταιγίδα εναντίον του Λίμπκε επανήλθε δριμύτερη. Γεγονός που αποδεικνύει, ότι τίποτα δεν είχε ξεχαστεί.
Θεωρίες συνωμοσίας και ένα παλιό αστυνομικό φιάσκο
Όπως και να έχει, όλα τα παραπάνω οδήγησαν αυτομάτως ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας να ερμηνεύσει τη δολοφονία ως εκδίκηση στο «προδότη». Η αστυνομία δεν εμφανίζεται να παίρνει σαφή θέση. «Δεν έχουμε ακόμη κανένα στοιχείο για τους δράστες και, κυρίως, δεν γνωρίζουμε τίποτα για το κίνητρο», είπε στους δημοσιογράφους η Ζαμπίνε Τιράου, η διευθύντρια της τοπικής δικαστικής αστυνομίας την ίδια μέρα της δολοφονίας. «Ερευνούμε προς πάσα κατεύθυνση και δεν αποκλείουμε κανένα κίνητρο», πολιτικό ή άλλο, πρόσθεσε.
Λογικό, θα σκεφτεί κανείς. ‘Ομως, σύμφωνα με το Spiegel, ακόμη και σήμερα η αστυνομία δεν έχει εγκαταλείψει - τουλάχιστον επισήμως - και την εκδοχή του αμιγώς ποινικού χαρακτήρα του εγκλήματος.
Παράλληλα, βρίσκεται σε εξέλιξη και η διασπορά θεωριών συνωμοσίας, που το γερμανικό περιοδικό θεωρεί ότι είναι πιθανό να έχουν την πηγή τους στην ακροδεξιά, σε μια απόπειρα να θολώσει την κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό, ότι «επιστρατεύθηκε» και το όνομα του Αντρέας Τέμμε. Πρόκειται για τον πρώην αξιωματικό πληροφοριών, ο οποίος συνομιλούσε σε μια ιστοσελίδα γνωριμιών, σε ένα ίντερνετ καφέ του Κάσελ το 2006, την ίδια στιγμή που ο ιδιοκτήτης του καφέ, Χαλίτ Γιοζγκάτ, έπεφτε νεκρός από μέλη της νεοναζιστικής συμμορίας NSU («Εθνικοσοσιαλιστικό Αντεργκράουντ»).
Ένας ιστότοπος που αρέσκεται σε θεωρίες συνωμοσίας και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη γερμανική ακροδεξιά, ο compact-online.de… θεωρεί ότι ο Τέμμε «συνδέεται» «και» με την δολοφονία του Λίμπκε. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο Τέμμε, ως πρώην πράκτορας των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών, είχε πληροφοριοδότες στη γερμανική ισλαμική παροικία. Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών (επίσης από το CDU), Βόλκερ Μπουφιερ, υποτίθεται ότι «προστάτευσε» αυτούς τους πληροφοριοδότες από το να γίνουν αντικείμενο έρευνας από τις γερμανικές αρχές. Ταυτόχρονα ήταν και εκείνος που διόρισε τον Λίμπκε το 2009 ως περιφερειακό πρόεδρο στο Κάσελ.
Ε, και; Η θεωρία, όπως αναφέρει και το Spiegel, δεν βγάζει κανένα νόημα. Αλλά προφανώς δεν είναι αυτός ο στόχος της. Διότι απευθύνεται σε ένα κοινό ήδη έτοιμο να δεχθεί κάθε απιθανότητα ως γεγονός. Ανάλογη τύχη είχε και η θεωρία ότι πίσω από τη δολοφονία κρύβονται οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίας, ή ακόμη και η μαφία.
Εξάλλου, ακόμη και ως απόπειρα άμυνας των νεοναζί, η θεωρία αυτή δεν βρήκε ανταπόκριση, με αμέτρητα διαδικτυακά φόρουμ να «δείχνουν» ως υπεύθυνη της δολοφονίας του Λίμπκε την ακροδεξιά.
Τόσο η κοινή γνώμη, όσο και το φιάσκο της αστυνομίας με τις δολοφονίες της NSU, ανάγκασαν τις αρχές να δηλώσουν ότι «λαμβάνουν σοβαρά υπόψη» την πολιτική εκδοχή, προσθέτοντας ότι η αστυνομία δεν θα μπορούσε να επαναλάβει τις τεράστιες αποτυχίες του παρελθόντος. Πρόκειται για τις εννέα δολοφονίες με ρατσιστικά κίνητρα που διέπραξαν μεταξύ του 2000 και του 2007, οι νεοναζί Ούβε Μπένχαρντ και Ούβε Μούντλος. Οι δύο νεοναζί σκότωσαν οκτώ Τούρκους μετανάστες και έναν Έλληνα, τον Θόδωρο Βουλγαρίδη, καθώς και μια Γερμανίδα αστυνομικό.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών για τα εγκλήματα αυτά, οι αρχές αγνόησαν ουσιαστικά την πιθανότητα ότι μια δεξιά εξτρεμιστική ομάδα θα μπορούσε να είναι πίσω τους. Έτσι, στην υπόθεση Λίμπκε, οι αρχές κάνουν ό,τι μπορούν να αποφύγουν και την παραμικρή υποψία «συγκάλυψης».
Νέες εκδοχές
Σύμφωνα με το Spiefgel, οι περίπου 50 αξιωματικοί της ειδικής επιτροπής που συστάθηκε για τη διαλεύκανση της δολοφονίας Λίμπκε δεν έχουν μέχρι στιγμής βρει ενδείξεις οργανωμένου εγκλήματος, ούτε ισχυρά στοιχεία που να τη συνδέουν με τις ακροδεξιές απειλές. Μια πρώτη εξέταση της σκηνής του εγκλήματος έδειξε ότι μπορεί να είχε πιο προσωπικό κίνητρο.
Το γερμανικό περιοδικό αναφέρει, ότι ένα σενάριο των αρχών είναι το εξής: Την νύχτα που δολοφονήθηκε ο Λίμπκε βρισκόταν σε εξέλιξη μια γιορτή μπύρας μόλις μερικές δεκάδες μέτρα από το σπίτι του. Το φεστιβάλ περιελάμβανε μουσική και μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ. Αν και ο Λίμπκε δεν παρέστη στο φεστιβάλ εκείνο το βράδυ, μάρτυρες τον είδαν σε καλή διάθεση, να γελά με επισκέπτες στη βεράντα του. Οι επισκέπτες έφυγαν το αργότερο μέχρι τις 11 το βράδυ. Ο δημόσιος ραδιοσταθμός Hessische Rundfunk ανέφερε ότι ο Λίμπκε και η σύζυγός του έμειναν στο σπίτι εκείνο το βράδυ για να φυλάνε το μικρό εγγόνι τους. Το σπίτι του πολιτικού βρίσκεται στην άκρη της πόλης, δίπλα σε χωράφια και σε ένα στενό, σκοτεινό δρόμο. Το ακίνητο δεν είναι περιφραγμένο και ήταν εύκολο για όποιον ήθελε να φτάσει μέχρι τη βεράντα.
Η αστυνομία ελπίζει ότι κάποιος από το φεστιβάλ μπορεί να είδε κάτι, δεδομένου ότι βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη τη στιγμή της δολοφονίας. Η αστυνομία μάλιστα ψάχνει και σε τηλεοπτικά βίντεο από την εκδήλωση. Εάν μπορέσουν να ακούσουν πυροβολισμό σε ένα από τα βίντεο, θα μπορούσαν να καθορίσουν τον ακριβή χρόνο της δολοφονίας. Οι αξιωματικοί ψάχνουν και το ενδεχόμενο ενός πιθανού καβγά με κάποιον συμμετέχοντα στο φεστιβάλ, ο οποίος, όντας μεθυσμένος, σκότωσε τον Λίμπκε.
Από την έρευνα προέκυψε ότι ο Λίμπκε είχε πολιτικούς εχθρούς και από άλλες πλευρές. Οι αντίπαλοι των ανεμογεννητριών ήταν θυμωμένοι μαζί του επειδή ενέκρινε την χωροθέτησή τους στην περιοχή. Κάποιοι επίσης τον κατηγορούσαν για «χαλαρή προσέγγιση» έναντι της χημικής εταιρείας «K+S», με έδρα το Κάσελ, η οποία φέρεται να έχει προκαλέσει σοβαρές περιβαλλοντικές βλάβες στο έδαφος της Βόρειας Εσσης.
Το Spiegel παραπέμπει σε δήλωση ενός ερευνητή των αρχών, ο οποίος είπε ότι δεν θα μπορούσε να αποκλείσει την πιθανότητα, ένας εξτρεμιστής της δεξιάς ή ένας φανατικός αντίπαλος της αιολικής ενέργειας να έχει πραγματοποιήσει τη δολοφονία. Αλλά, πρόσθεσε, θα προτιμούσε η υπόθεση Λιμπκε να μην μετατραπεί σε τεράστιο πολιτικό ζήτημα εν μέσω έρευνας. Προς το παρόν, είπε, είναι ακόμα μια ποινική υπόθεση. Αν και μυστηριώδης.
tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου