Ιράκ, Ιράν, Λιβύη, Νιγηρία, Βενεζουέλα. Η «κατάρα του πετρελαίου» κατατρέχει όσους έχουν την... τύχη να το έχουν. Στρατιωτικές επεμβάσεις, ανατροπές κυβερνήσεων, αντάρτικα, πολιτική αναταραχή, εμπάργκο, πιέσεις είναι το τίμημα που πληρώνουν οι χώρες που έχουν πετρέλαιο και δεν...
μπορούν να ελεγχθούν ή τουλάχιστον θέλουν να αποφασίζουν οι ίδιες για το πώς θα εκμεταλλευτούν και θα διαθέσουν τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους τους.
Υπάρχει όμως και ο άλλος κίνδυνος: της μη συνετής διαχείρισης. Λέγεται «ολλανδική νόσος». Είναι ο αρνητικός αντίκτυπος που έχει σε μια οικονομία οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει μεγάλη και απότομη εισροή συναλλάγματος, όπως π.χ. η ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων πετρελαίου. Η ροή ξένου χρήματος οδηγεί σε ανατίμηση του εθνικού νομίσματος καθιστώντας τα άλλα εξαγώγιμα προϊόντα της πετρελαιοπαραγωγού χώρας πολύ λιγότερο ανταγωνιστικά.
«Το πετρέλαιο είναι τα περιττώματα του διαβόλου, φέρνει μόνον συμφορές». Μια προφητική φράση που αποδίδεται στον Χουάν Πέρεζ Αλφόνσο, τον υπουργό Πετρελαίου της Βενεζουέλας, έναν από τους δύο ανθρώπους που έβαλαν τα θεμέλια του ΟΠΕΚ το 1960 στη Βαγδάτη μαζί με τον Σαουδάραβα Αμπντουλάχ Ταρίκι, τον αποκαλούμενο και «κόκκινο σεΐχη» επειδή ζητούσε την εθνικοποίηση του πετρελαίου όλων των Αράβων.
Ώς ένα σημείο, στην περίπτωση της Βενεζουέλας αυτή η κατάρα έχει να κάνει με μια καθοριστικής σημασίας επιλογή: το πετρέλαιο στήριξε όλη τη στρεβλή ανάπτυξη της οικονομίας της.
"Ολλανδική νόσος"
Η χώρα με τα μεγαλύτερα αποδεδειγμένα πετρελαϊκά αποθέματα στον κόσμο και έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς παραγωγής και εξαγωγής -τουλάχιστον ιστορικά- υπέστη τις επιζήμιες συνέπειες της «ολλανδικής νόσου». Οι μη πετρελαϊκοί τομείς της οικονομίας της έγιναν λιγότερο ανταγωνιστικοί σε σχέση με τη βιομηχανία του πετρελαίου λόγω της αύξησης του κόστους, ιδίως του εργατικού.
Εκτός αυτού, η μεταβλητότητα των πετρελαϊκών τιμών κατέστησε εξαιρετικά δύσκολο -αν όχι αδύνατο- τον σωστό προγραμματισμό και την εφαρμογή μιας ισορροπημένης δημοσιονομικής πολιτικής. Παρ’ όλα αυτά, η χώρα βρίσκονταν σε καλή οικονομική κατάσταση τη δεκαετία του 1960. Παρήγε το 10% του αργού πετρελαίου παγκοσμίως και είχε το μεγαλύτερο ΑΕΠ από τις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Οι κυβερνήσεις του Καράκας επεδίωξαν να διαφοροποιήσουν την εγχώρια οικονομία με στόχο να αποφύγουν το μοντέλο του Ιράν, σχεδιάζοντας την αξιοποίηση και των άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών, αλλά και του πλεονεκτήματος της γεωγραφικής θέσης και των κλιματικών συνθηκών της χώρας. Όμως, αυτό δεν έγινε ποτέ.
Θα ήταν άδικο να ισχυριστεί κανείς ότι η Βενεζουέλα κατέληξε να εξαρτάται σήμερα αποκλειστικά από έναν και μόνο πλουτοπαραγωγικό πόρο ως αποτέλεσμα δικών της επιλογών και μόνον. Το πετρέλαιο και η προσπάθεια αύξησης των εσόδων απ’ αυτό, την ίδια ώρα που η παραγωγή μειωνόταν και οι τιμές έπεφταν, ήταν ο αναπόφευκτος μονόδρομος, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, λόγω του άτυπου οικονομικού αποκλεισμού στον οποίο υπόκειται η χώρα στερούμενη ξένων επενδύσεων και εισροών κεφαλαίων.
Σημειωτέον ότι μετά τον θάνατο του Τσάβες το 2013 η παραγωγή πετρελαίου έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, εν μέρει λόγω της έλλειψης επενδύσεων σε νέα τεχνολογία.
Σε κάθε περίπτωση ο αμερικανικός κλοιός γύρω από τον Μαδούρο και η μόχλευση της πολιτικής αστάθειας δεν είναι άσχετη με το ευρύτερο ενεργειακό και γεωπολιτικό παιχνίδι που προσπαθεί να παίξει τελευταία ο Τραμπ βάζοντας στο ίδιο κάδρο και την άλλη ισχυρή πετρελαιοπαραγωγό χώρα του κόσμου, το Ιράν.
Στρατηγική συμμαχία
Πόσο τυχαίο είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αποφασίζουν ξαφνικά να ποντάρουν στην πόλωση και αναγνωρίζουν ως νόμιμο Πρόεδρο της Βενεζουέλας τον αρχηγό της αντιπολίτευσης την ίδια ώρα που προσπαθούν να καταπνίξουν οικονομικά το Ιράν αποσυρόμενες μονομερώς από την πολυμερή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα;
Όσο τυχαίο είναι και το ότι η Βενεζουέλα και το Ιράν παραμένουν στενοί σύμμαχοι στη διπλωματική και ενεργειακή αρένα διατηρώντας μια ειδική πολιτικο-οικονομική σχέση, οι απαρχές της οποίας ανάγονται στην εποχή Τσάβες. Μια σχέση που εδραιώθηκε και αναπτύχθηκε στη βάση της στρατηγικής του εκλιπόντος Προέδρου να οικοδομήσει διεθνείς συμμαχίες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τη Βενεζουέλα να αντισταθμίσει και να εξισορροπήσει χωρίς ιδιαίτερο κόπο την επιρροή των ΗΠΑ.
Και όχι μόνον αυτό: Συμμαχίες που θα μπορούσαν να της εξασφαλίσουν προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού, εμπορικές ανταλλαγές μέσω κρατικών επιχειρήσεων και σαφώς πολιτική και διπλωματική στήριξη στη διεθνή σκηνή. Από το 2005, Βενεζουέλα και Ιράν έχουν συνάψει πάνω από 270 (!) διμερείς συμφωνίες στον οικονομικό και εμπορικό τομέα, για την ανάπτυξη υποδομών αλλά και αμυντικής φύσης, κυρίως στην προμήθεια της Βενεζουέλας με πυρομαχικά.
Ένα απ’ αυτά τα ντιλ που έχει μπει στο μάτι της αμήχανης και εκνευρισμένης Ουάσιγκτον, που βλέπει να «πέφτουν» πολύτιμα ενεργειακά αποθέματα στα χέρια των αντιπάλων και ανταγωνιστών της, ήταν εκείνο του 2006 μεταξύ της κρατικής εταιρείας πετρελαίου του Ιράν, της Petropars, και της αντίστοιχης βενεζουελάνικης PDVSA για την εξευρένηση και εξόρυξη των πλούσιων κοιτασμάτων της ζώνης Ορινόκο.
Σαφάρι
Η ισχύς της εν λόγω συμφωνίας εκτείνεται έως το 2030 και στο επίκεντρό της βρίσκεται ένα άνευ προηγουμένου πετρελαϊκό σαφάρι για 235 δισεκατομμύρια βαρέλια αργού! Υπόψιν ότι τα γνωστά αποθέματα της Βενεζουέλας ανέρχονται αυτή τη στιγμή σε 81 δισεκατομμύρια βαρέλια, περιλαμβανομένων 36 στη ζώνη Ορινόκο. Με βάση δεδομένα του 2017 από τρεις διαφορετικές πηγές -Αμερικανική Υπηρεσία Ενέργειας (EIA), ΟΠΕΚ, BP- το πετρέλαιο της Βενεζουέλας ξεπερνά συνολικά τα 300 δισεκατομμύρια βαρέλια.
Ο όρος «αποδεδειγμένα αποθέματα» αναφέρεται στην ποσότητα του πετρελαίου που είναι οικονομικά συμφέρουσα να αντληθεί με βάση τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς το μέγεθος του πλούτου που διακυβεύεται.
Υπολογίζοντας τον τρέχοντα ρυθμό άντλησης, ο χρονικός ορίζοντας της πετρελαιοπαραγωγής στη Βενεζουέλα εκτιμούνταν το 2012 στα 387 χρόνια (!) όταν του Ιράκ, του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας προβλέπονταν αντίστοιχα στα 115, 101 και 82 έτη. Πάντως το παιχνίδι του Τραμπ με το πετρέλαιο μπορεί να έχει κακό τέλος. Ο μεγάλος χαμένος ίσως να είναι τελικά οι ίδιες οι ΗΠΑ.
Πολλά αμερικανικά διυλιστήρια κατά μήκος του Κόλπου του Μεξικού βασίζουν την παραγωγή τους στις εισαγωγές αργού από τη Βενεζουέλα, το οποίο αναμειγνύουν με ελαφρύτερο από το Τέξας. Με τις κυρώσεις του Τραμπ θα πρέπει να στραφούν σε άλλες πηγές, πιθανώς από τη Μέση Ανατολή, επωμιζόμενες μεγαλύτερο κόστος. «Η αμερικανική βιομηχανία διύλισης θα είναι μεταξύ των μεγάλων χαμένων από τις κυρώσεις κατά του Μαδούρο» προειδοποιούν οι αναλυτές.
Νίκος Κυριακίδης
H Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου