Ενα σοβαρό περιστατικό πετρελαϊκής ρύπανσης στη χώρα μας θα επέφερε ολέθριες επιπτώσεις για δεκαετίες στην τουριστική βιομηχανία και την αλιευτική δραστηριότητα του Ιονίου, της Δυτικής Ελλάδας και της Κρήτης, με ζημιές που θα μπορούσαν να αγγίξουν...
σε παρούσα αξία τα 5,9 δισ. ευρώ και σε ονομαστικούς όρους τα 7,74 δισ. (περίπου 4% του σημερινού ΑΕΠ της χώρας).
Αυτό είναι μόνο ένα από τα συμπεράσματα της οικονομοτεχνικής μελέτης που παρουσίασε το WWF Ελλάς με τίτλο «Το πραγματικό κόστος του πετρελαίου» σε μια φάση όπου οι έρευνες για την εξόρυξη πετρελαίου στη χώρα μας έχουν ξεκινήσει.
Ακόμα και αν αγνοηθούν οι πιθανότητες πολύ σοβαρών πετρελαιοκηλίδων, υπολογίζοντας μόνο την τακτική, επιχειρησιακή ρύπανση και μικρά περιστατικά ρύπανσης, τα κόστη θα μπορούσαν να αγγίξουν το 1,2 δισ. ευρώ σε ορίζοντα 25ετίας, σύμφωνα με την έκθεση, δεδομένου ότι οι συμβάσεις παραχώρησης των οικοπέδων προς τις εταιρείες για έρευνα και εξόρυξη στη χώρα μας έχουν 25ετή διάρκεια.
Η έκθεση, που συντάχθηκε για λογαριασμό του WWF από τη συμβουλευτική εταιρεία eftec, μία από τις κορυφαίες σε θέματα οικονομικών του περιβάλλοντος στην Αγγλία, επικεντρώνεται αποκλειστικά στις υπεράκτιες εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου που αποτελούν μια εξαιρετικά επικίνδυνη δραστηριότητα για τα θαλάσσια οικοσυστήματα και τις παράκτιες κοινότητες, όπως έχει τεκμηριωθεί και από την «Αξιολόγηση των Ηνωμένων Εθνών για την Κατάσταση των Θαλασσών».
Οπως είναι αναμενόμενο, οι περιοχές με μεγάλη τουριστική κίνηση διακινδυνεύουν τα περισσότερα.
Ενα μόνο σοβαρό περιστατικό πετρελαϊκής ρύπανσης στην Κρήτη θα μπορούσε να προκαλέσει οικονομικές απώλειες που ξεπερνούν τα δύο δισ. ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι θα χάνονταν περισσότερες από 40.000 θέσεις εργασίας, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 18% των συνολικών θέσεων εργασίας στο νησί.
Ομοίως, τα νησιά του Ιονίου θα μπορούσαν να υποστούν απώλειες εισοδήματος 1,7 δισ. ευρώ και 18% μείωση των θέσεων εργασίας για ένα έως τρία έτη.
Σε ό,τι αφορά την αλιεία, παρότι οι απώλειες θα είναι μικρότερες σε απόλυτο μέγεθος λόγω του μικρού οικονομικού μεγέθους του κλάδου, ο κλάδος θα μπορούσε να χάσει έως και 17% του εισοδήματός του για τρία χρόνια μέσω άμεσων και έμμεσων παραγόντων, όπως η μείωση των αλιευμάτων και η δυσφήμηση των προϊόντων, με τις τοπικές κοινωνίες εν τέλει να πληρώνουν το μεγαλύτερο τίμημα.
Συνολικά, οι απώλειες στον κλάδο της αλιείας, που είναι ιδιαίτερα ευάλωτος από τη ρύπανση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, θα μπορούσαν να φτάσουν τα 180 εκατ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη θαλάσσια περιοχή από τα βόρεια της Κέρκυρας έως τη Νότια Κρήτη, όπου έχουν παραχωρηθεί οικόπεδα σε πετρελαϊκές επιχειρήσεις έκτασης περίπου 58.000 τ.χλμ., ο τουρισμός πρωτίστως και η αλιεία δευτερευόντως καλύπτουν το 50% και σε κάποιες περιπτώσεις αγγίζουν το 75% της συνολικής οικονομικής τους δραστηριότητας.
Πέραν των επιπτώσεων σε τουρισμό και αλιεία, ελλείψει διαθέσιμων στοιχείων, στη μελέτη δεν συνυπολογίζεται το κόστος της ζημιάς σε άλλες οικοσυστημικές υπηρεσίες που επηρεάζονται άμεσα από ένα περιστατικό ρύπανσης (π.χ. την παροχή φυσικών προϊόντων, τα πνευματικά και ψυχολογικά οφέλη από σχετιζόμενες με τη θάλασσα δραστηριότητες κτλ.).
«Με δεδομένα την ανοιχτή θάλασσα, τα μεγάλα θαλάσσια βάθη και την τεράστια ακτογραμμή των περιοχών που έχουν παραχωρηθεί, σε συνδυασμό με την τουριστική τους αξία, το παραμικρό λάθος ή αστοχία μπορεί να αποβεί καταστροφικό για τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική οικονομία», επισημαίνει το WWF.
«Τις ανησυχίες αυτές εντείνουν η υπονόμευση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και η συστηματική απουσία ουσιαστικής διαβούλευσης κατά την αδειοδοτική διαδικασία. Η μακρά εμπειρία από περιστατικά πετρελαϊκής ρύπανσης έχει δείξει ότι οι τοπικές κοινωνίες δεν ανακάμπτουν για δεκαετίες, ενώ μόλις ένα ποσοστό που σπάνια ξεπερνά το 10% της διαρροής ανακτάται» καταλήγει.
«Προτρέπουμε τον δημόσιο τομέα, τους τουριστικούς φορείς, τον αλιευτικό τομέα και την κοινωνία των πολιτών να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συνεργαστούν, όπως ακριβώς έγινε στην ισπανική Μεσόγειο, προκειμένου να κάνουν την ελληνική κυβέρνηση να καταλάβει πως η επένδυση στα ορυκτά καύσιμα είναι μια μη συμφέρουσα απόφαση, τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κλιματικής αλλαγής» τόνισε από την πλευρά του ο Carlos Bravo, συντονιστής της συμμαχίας κατά των εξορύξεων στην Ισπανία, Alianza Mar Blava.
Το WWF Ελλάς καλεί την ελληνική κυβέρνηση να εγκαταλείψει το πρόγραμμα εξόρυξης υδρογονανθράκων στη χώρα μας και τους πολίτες να ενημερωθούν για το θέμα και να ενώσουν τις δυνάμεις τους με το WWF, διεκδικώντας ένα μέλλον χωρίς εξορύξεις στην ιστοσελίδα https://support.wwf.gr/action/say-no-to-oil.
Τάσος Σαραντής
Η Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου