Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017

Μαθαίνοντας από τις γερμανικές εκλογές

Ανγκελα Μέρκελ
Πριν από τις εκλογές όλοι θεωρούσαν το αποτέλεσμα δεδομένο, την προεκλογική εκστρατεία βαρετή. Το debate Μέρκελ και Σουλτς πνίγηκε σε μια ομίχλη επίπλαστης ευγένειας και ουσιαστικής συναίνεσης...


Ηταν λοιπόν παράδοξο ότι οι τίτλοι των εφημερίδων μίλησαν για «σεισμό» στο Βερολίνο και «πανικό» στις Βρυξέλλες. Κάτι δεν είχε πάει καλά πάλι με τις προβλέψεις των «έγκυρων» σχολιαστών.

Mετά τις εκλογές στη Γαλλία ακούσαμε ότι η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη ανακόπηκε. Δυστυχώς η κηδεία του εθνικισμού ήταν πρόωρη και οι διάφοροι άφρονες «ευρωπαϊστές» διαψεύστηκαν πάλι.

Η είσοδος του AfD στην κεντρική πολιτική σκηνή σηματοδοτεί μια ριζική αλλαγή για τη Γερμανία και την Ευρώπη. Ταυτόχρονα επιβεβαιώνει το τευτονικό ρήγμα που χαρακτηρίζει τη γερμανική κοινωνία.

Η μεταπολεμική πολιτειακή και θεσμική αρχιτεκτονική της Δυτικής και μετά της ενωμένης Γερμανίας είχε χτιστεί με γνώμονα τη σταθερότητα και την ανθεκτικότητα του πολιτικού συστήματος για να αποφευχθεί μια νέα Βαϊμάρη.

Το αναλογικό εκλογικό σύστημα με τον αριθμό των βουλευτών να αλλάζει ανάλογα με το αποτέλεσμα -η Ομοσπονδιακή Βουλή έχει φτάσει αισίως τους 709 βουλευτές- και η διαπραγμάτευση σημαντικών πολιτικών με τους «κοινωνικούς εταίρους» -εργοδότες και συνδικάτα- εξασφαλίζουν ότι δεν υπάρχουν μεγάλες εκπλήξεις και ριζικές αλλαγές.

Το Σύνταγμα και η νοοτροπία των ελίτ εξασφαλίζουν ότι η πολιτική αντιπαράθεση είναι βαρετή σε σύγκριση με τη Νότια Ευρώπη.

Αλλά αυτή η επιφανειακή ηρεμία στηρίζεται σ’ ένα απωθημένο τραύμα, τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και το Ολοκαύτωμα. Η ουτοπία της κοινωνικής ειρήνης στηρίζεται στη δυστοπία ενός πρόσφατου παρελθόντος και τη διαχείριση της μνήμης του.

Περιοδικά το απωθημένο επιστρέφει και ταράζει συθέμελα την κοινωνική ειρήνη. Αυτό έγινε με τον «διάλογο των ιστορικών» (Historikerstreit) το 1986-1988, μια συζήτηση, κατά τον Γιούργκεν Χάμπερμας, για την «αυτοσυνειδησία της Γερμανίας».

Ο ρεβιζιονιστής ιστορικός Ερνστ Νόλτε υποστήριξε ότι το Ολοκαύτωμα αποτελούσε μια αναμενόμενη απάντηση στην εξολόθρευση τάξεων από τον Στάλιν. Στο κέντρο της συζήτησης ήταν το ερώτημα αν ακολούθησε η γερμανική ιστορία ένα «ιδιαίτερο μονοπάτι» (Sonderweg) που οδήγησε αναπόφευκτα στον ναζισμό.

Η «συλλογική αμνησία» εγκαταλείφθηκε, καθώς η συζήτηση ιστορικών και φιλοσόφων αντιμετώπισε το πρόβλημα του ριζικού κακού και της γερμανικής ενοχής.

Στο τέλος της αντιπαράθεσης η πλειονότητα των διανοούμενων αναγνώρισε την ευθύνη. Η Γερμανία των μεγάλων φιλοσόφων και καλλιτεχνών γύρισε εκεί όπου ανήκει, στην κοινότητα των μεγάλων εθνών.

Αλλά το απωθημένο επιβιώνει και επιστρέφει. Βγήκε στην επιφάνεια όταν ένα εκατομμύριο κατατρεγμένοι πρόσφυγες πέρασαν τα σύνορα της φαντασιακής τους «Αρκαδίας».

Η δημοκρατική Ευρώπη χαιρέτισε την απόφαση της κ. Μέρκελ να δεχτεί τα θύματα του πολέμου. Η εντύπωση για τη Γερμανία γλύκανε, πολλοί θεώρησαν ότι η ιστορική κρίση της παλιάς και πρόσφατης ιστορίας πρέπει να πάρει υπ’ όψιν την έμπρακτη αλληλεγγύη. Και μετά ήρθε ο σεισμός της περασμένης Κυριακής.

Οταν ο συναρχηγός του AfD δήλωσε ότι οι Γερμανοί πρέπει να είναι περήφανοι για τους στρατιώτες τους στους Παγκόσμιους Πολέμους και να σταματήσουν να αισθάνονται ενοχές, η επιφανειακή δημόσια συναίνεση ράγισε. Το βαρετό προεκλογικό περιτύλιγμα έκρυβε την ιστορική ανατροπή. Οι μνήμες ξαναγύρισαν ως απειλητικές Ερινύες.

Η καγκελάριος Τεφλόν

Η άνοδος των ακροδεξιών στην Ολλανδία, τη Γαλλία, την Αυστρία, τη Δανία, την Ουγγαρία και την Πολωνία, το Brexit και ο Τραμπ δείχνουν ότι το μέλλον της Ευρώπης αλλά και των ιδεών του Διαφωτισμού βρίσκονται πάλι υπό αμφισβήτηση. Τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών επιβεβαιώνουν τη σταδιακή παρακμή της ευρωπαϊκής πολιτικής, την έλλειψη οράματος, ηγετών και την επιστροφή αποτρόπαιων ιδεολογιών.

Η κ. Μέρκελ, τυπικά η πιο πετυχημένη Ευρωπαία πολιτικός, έχει τεράστια ευθύνη. Ο Γιάκομπ Αουγκστάιν κατηγόρησε τη Μέρκελ στο Spiegel ότι είναι η μητέρα του AfD, η μητέρα του τέρατος. «Η αποκτήνωση των αστών, η εργασιακή ανασφάλεια, η απογοήτευση πολλών Γερμανών για τη δικαιοσύνη και την ισότητα ευκαιριών, όλα αυτά έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της καγκελαρίας Μέρκελ».

Ισως η κρίση να είναι υπερβολική. Αλλά στη βάση της ανατροπής βρίσκονται οι εγκαταλειμμένοι Ανατολικογερμανοί και τα εκατομμύρια των νέων με «mini jobs».

Ο Ρόναλντ Ρίγκαν είχε ονομαστεί «πρόεδρος Τεφλόν». Το ίδιο ισχύει για τη Μέρκελ. Είναι πολιτικός-τεφλόν, καμιά κριτική δεν κολλάει απάνω της. Ο πραγματισμός της κλέβει συνεχώς τα προικιά των περιστασιακών της συμμάχων.

Εκανε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Πράσινους και τους πήρε την πολιτική κατά της πυρηνικής ενέργειας ψαλιδίζοντας την πελατεία τους και στρέφοντάς τους προς τα δεξιά.

Εκανε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Ελεύθερους Δημοκράτες το 2009 και τους απέκλεισε από την Ομοσπονδιακή Βουλή το 2013.

Εκανε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες το 2013 και τους καταδίκασε φέτος στη μεγαλύτερη ήττα τους.

Και σαν κλασική οπαδός της μεταπολιτικής αποκοιμίζει τον δημόσιο διάλογο: δεν ασχολείται με δύσκολα προβλήματα αγοράζοντας χρόνο ή τα καταλογίζει σε άλλους.

Οι Ελληνες φταίνε για την κρίση της ευρωζώνης, οι διεφθαρμένοι managers για το σκάνδαλο των εκπομπών καυσαερίων της Volkswagen, οι Ιταλοί για την αποσταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος κ.λπ.

Υπάρχουν κανόνες και κυρώσεις, επαναλαμβάνουν οι ορντολιμπεραλιστές - πρόγονοι και διάδοχοι του νεοφιλελευθερισμού. Ισχύουν για όλους εκτός των Γερμανών.

Το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας και η κρίση χρέους είναι άμεσα συνδεδεμένα με το τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας που αποτελεί ατιμώρητη παραβίαση των ευρωπαϊκών κανόνων. Οι Ελληνες και οι Ιταλοί αγοράζουν Mercedes και BMW και οι Γερμανοί οικόπεδα στον ήλιο.

Αλλά οι ευθύνες ανήκουν σε όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Ο Σρέντερ και ο Μπλερ, όπως και οι δικοί μας εκσυγχρονιστές, σαγηνεύτηκαν από τις αγορές και εγκατέλειψαν τις βασικές αρχές του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου. Η αποσύνθεση του κοινωνικού κράτους διευκολύνθηκε από τη σύγκλιση στο «ακραίο Κέντρο».

Τα πολύπλοκα κοινωνικά προβλήματα απαιτούν «επιστημονικές» λύσεις και δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης. Δικαιολογημένα λοιπόν οι πολίτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι αν είναι «όλοι ίδιοι», προτιμάς τον διάβολο που ξέρεις και εγκαταλείπεις τους Σοσιαλδημοκράτες που έγιναν αριστεροί ψάλτες σε δεξιούς αρχιμανδρίτες.

Η επιδημία της «πασοκοποίησης» που χτύπησε τους Γάλλους Σοσιαλιστές και τους Βρετανούς Εργατικούς μέχρι την εκλογή του Κόρμπιν έφτασε και στο Βερολίνο.

Για να επιζήσει μια μορφή σοσιαλδημοκρατίας, κάτι που φαίνεται απίθανο, πρέπει να εγκαταλείψει τη σαγήνη του νεοφιλελευθερισμού. Αλλά και το αριστερό κόμμα δεν μπόρεσε να επωφεληθεί από την κατάρρευση των Σοσιαλδημοκρατών. Το μεγάλο κίνημα διαμαρτυρίας δεν πήγε αριστερά. Εχουμε λοιπόν μαθήματα και για την Αριστερά όταν αφήνει το όραμα για μια παροδική γεύση εξουσίας.

Η μεγαλύτερη αποτυχία όμως είναι της κ. Μέρκελ. Η μείωση των ποσοστών της δείχνει ότι το business as usual δεν πετυχαίνει πια ούτε σε μια επιφανειακά πετυχημένη χώρα.

Οι «χορτασμένοι» αστοί την ψήφισαν σχεδόν υπνοβατώντας. Για πολλούς άλλους η καταστροφή του κοινωνικού κράτους, η απορρύθμιση των αγορών, ο περιορισμός και περιφρόνηση της δημοκρατίας γίνονται θερμοκήπιο για κάθε ρατσιστική και ξενοφοβική ιδεολογία.

Σ’ αυτό το έδαφος, το τραύμα επιστρέφει ως σύμπτωμα μιας αγιάτρευτης αρρώστιας: ξενοφοβία, ρατσισμός, περηφάνια για το έγκλημα. Η ουτοπία μετατρέπεται σε δυστοπία και τα θεμέλια της Ευρώπης τρίζουν.

Του Κώστα Δουζίνα Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και καθηγητής Πολιτικής και Νομικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου

efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια: