Γράφει ο Τάσος Παππάς
Το δικαίωμα στην απεργία είναι ιερό. Ετσι με έμαθαν οι παλαιότεροι, έτσι προσπαθώ να πορεύομαι στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζει ο κλάδος, είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ με τις αποφάσεις του συνδικαλιστικού οργάνου. Με την ανεργία να πλήττει σχεδόν το 50% των δημοσιογράφων δεν έχεις την πολυτέλεια να επικαλείσαι το δικαίωμα στην εργασία σε αντιπαράθεση με το δικαίωμα στην απεργία.
Με την εργοδοσία ασύδοτη, δεν... μπορείς, επειδή εσύ έχεις δουλειά, να αγνοείς ή να υποτιμάς αυτό που συμβαίνει στον χώρο. Η επιδίωξη των εργοδοτών είναι να σπάσουν το μέτωπο των..εργαζομένων και να δημιουργήσουν εκείνες τις συνθήκες όπου αυτοί θα είναι απέναντι στον κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά. Η σχέση σ’ αυτήν την περίπτωση γίνεται κατάφωρα άνιση. Ο ισχυρός, δηλαδή ο εργοδότης, θα επιβάλλει την άποψη του στον ανίσχυρο, δηλαδή στον εργαζόμενο, ο οποίος δεν θα έχει προς υπεράσπισή του το συνδικάτο και συνεπώς η διαπραγματευτική δύναμή του θα είναι περιορισμένη. Θα κυριαρχήσει η λογική ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Ο,τι μ’ άλλα λόγια επιθυμούν οι εργοδότες.
Οι εξουσίες πάσης φύσεως, παρά τα όσα δημοσίως διατυμπανίζουν, αισθάνονται αποστροφή κάθε φορά που ένας κλάδος κινητοποιείται και επιχειρούν να εξουδετερώσουν αυτό το αμυντικό όπλο των εργαζομένων, προσφεύγοντας στα δικαστήρια, τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις κρίνουν τις απεργίες «παράνομες και καταχρηστικές», και δυσφημίζοντας τις συλλογικότητες των εργαζομένων με συντονισμένες επιθέσεις και κατηγορίες περί απαράδεκτων κεκτημένων, συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών, εργατικής αριστοκρατίας και συντεχνιακής νοοτροπίας. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο.
Εχουν περάσει αρκετά χρόνια από την εποχή που ο Α. Παπανδρέου αποκαλούσε τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ «ρετιρέ» και ο Γεράσιμος Αρσένης προσπαθούσε να περάσει το διαβόητο άρθρο 4 για την προκήρυξη των απεργιών. Τότε, βεβαίως, η περίοδος δεν προσφερόταν για ρήξεις τέτοιου επίπεδου, αν σκεφτούμε ότι σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες και στα ισχυρά συνδικάτα τους όφειλε το ΠΑΣΟΚ την παντοδυναμία του.
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τον κόσμο της εργασίας. Η ανεργία είναι βραχνάς, η μερική απασχόληση επεκτείνεται, η ανασφάλιστη εργασία καλά κρατεί, η απληρωσιά τείνει να γίνει ο κανόνας και το συνδικαλιστικό κίνημα είναι αποδυναμωμένο για πολλούς και διάφορους λόγους. Με ανακοινώσεις καταγγελτικού περιεχομένου γενικώς και αορίστως, με κινητοποιήσεις τελετουργικού χαρακτήρα, με συμβολικές καταλήψεις που δεν αφήνουν κανένα αποτύπωμα, με πορείες που θυμίζουν περιπάτους χασομέρηδων, με απεργίες που γίνονται χωρίς καμία προετοιμασία, με ηγεσίες αποκομμένες από τους χώρους εργασίας, έχει καταφέρει να υπονομεύσει το κύρος του. Δεν προκαλεί κανένα φόβο ούτε στο κράτος ούτε στην εργοδοσία.
Στην Ελλάδα έχουμε δύο ρεκόρ, τουλάχιστον πανευρωπαϊκά: τον χαμηλότερο βαθμό συμμετοχής των εργατοϋπαλλήλων στα συνδικάτα και τις περισσότερες γενικές απεργίες. Το ένα ρεκόρ χλευάζει το άλλο. Πώς γίνεται με τόσο μικρή εμπλοκή στα συνδικάτα να επιλέγεις τόσο συχνά την ανώτερη μορφή πάλης; Γιατί η γενική απεργία είναι όντως η ανώτερη μορφή πάλης. Το επόμενο βήμα, αν υποχρεωθείς να πας στην κλιμάκωση, είναι η πολιτική απεργία, δηλαδή η μετωπική σύγκρουση με την κεντρική εξουσία και τον ταξικό αντίπαλο.
Κι όμως, τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί (τρόπος του λέγειν) πάνω από 50 γενικές απεργίες! Θα νόμιζε κανείς ότι η χώρα βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό και ήταν ζήτημα χρόνου η ανατροπή του καθεστώτος. Καμία γενική απεργία όμως δεν έριξε κυβέρνηση. Καμία δεν πέτυχε κάτι από τον κατάλογο των αιτημάτων της. Ηταν εκφυλισμένες και γι’ αυτό παντελώς ακίνδυνες. Εγιναν απλώς για να γίνουν.
Ωστόσο, η αναγκαία κριτική στις ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος δεν δικαιολογεί την απεργοσπασία. Ειδικότερα όταν έχουμε να κάνουμε με κλάδους που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης. Οπως συμβαίνει με τους δημοσιογράφους.
Η απεργία της ΕΣΗΕΑ δεν είναι για τα μάτια του κόσμου. Η κατάρρευση του ΕΔΟΕΑΠ θα πλήξει και όσους εργάζονται και όσους είναι άνεργοι - κυρίως αυτούς, που είναι και οι περισσότεροι. Το αγγελιόσημο με το οποίο ουσιαστικά είχε αντικατασταθεί η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών από εργοδότες και κράτος καταργήθηκε, δεν υπήρξε αντικατάσταση της εισφοράς με αποτέλεσμα να μην έχει ο ΕΔΟΕΑΠ έσοδα και να κινδυνεύει με λουκέτο.
Η κυβέρνηση ρίχνει το μπαλάκι στους δανειστές και οι εργοδότες κρατούν άκαμπτη στάση. Δεν πρόκειται για την κινητοποίηση ενός βολεμένου κλάδου που διεκδικεί προνόμια, αλλά για αγώνα ζωής ή θανάτου. Είναι τώρα η ώρα για γκρίνια και κριτική για πράξεις, παραλείψεις και αναίτιες καθυστερήσεις; Οχι. Είναι τώρα η ώρα για ηχηρές διαφοροποιήσεις που φτάνουν μέχρι την απεργοσπασία; Σε καμία περίπτωση.
Με την ευκαιρία δύο ερωτήματα: Αν ο κλάδος πετύχει τον στόχο του, θα ζητήσουν οι απεργοσπάστες να εξαιρεθούν επειδή δεν κατέβηκαν στην απεργία; Αν οι σημερινοί απεργοσπάστες, αύριο-μεθαύριο πέσουν θύματα εργοδοτικής αυθαιρεσίας, θα απευθυνθούν στο συνδικάτο για να τους προστατεύσει;
πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Το δικαίωμα στην απεργία είναι ιερό. Ετσι με έμαθαν οι παλαιότεροι, έτσι προσπαθώ να πορεύομαι στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζει ο κλάδος, είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ με τις αποφάσεις του συνδικαλιστικού οργάνου. Με την ανεργία να πλήττει σχεδόν το 50% των δημοσιογράφων δεν έχεις την πολυτέλεια να επικαλείσαι το δικαίωμα στην εργασία σε αντιπαράθεση με το δικαίωμα στην απεργία.
Με την εργοδοσία ασύδοτη, δεν... μπορείς, επειδή εσύ έχεις δουλειά, να αγνοείς ή να υποτιμάς αυτό που συμβαίνει στον χώρο. Η επιδίωξη των εργοδοτών είναι να σπάσουν το μέτωπο των..εργαζομένων και να δημιουργήσουν εκείνες τις συνθήκες όπου αυτοί θα είναι απέναντι στον κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά. Η σχέση σ’ αυτήν την περίπτωση γίνεται κατάφωρα άνιση. Ο ισχυρός, δηλαδή ο εργοδότης, θα επιβάλλει την άποψη του στον ανίσχυρο, δηλαδή στον εργαζόμενο, ο οποίος δεν θα έχει προς υπεράσπισή του το συνδικάτο και συνεπώς η διαπραγματευτική δύναμή του θα είναι περιορισμένη. Θα κυριαρχήσει η λογική ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Ο,τι μ’ άλλα λόγια επιθυμούν οι εργοδότες.
Οι εξουσίες πάσης φύσεως, παρά τα όσα δημοσίως διατυμπανίζουν, αισθάνονται αποστροφή κάθε φορά που ένας κλάδος κινητοποιείται και επιχειρούν να εξουδετερώσουν αυτό το αμυντικό όπλο των εργαζομένων, προσφεύγοντας στα δικαστήρια, τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις κρίνουν τις απεργίες «παράνομες και καταχρηστικές», και δυσφημίζοντας τις συλλογικότητες των εργαζομένων με συντονισμένες επιθέσεις και κατηγορίες περί απαράδεκτων κεκτημένων, συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών, εργατικής αριστοκρατίας και συντεχνιακής νοοτροπίας. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο.
Εχουν περάσει αρκετά χρόνια από την εποχή που ο Α. Παπανδρέου αποκαλούσε τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ «ρετιρέ» και ο Γεράσιμος Αρσένης προσπαθούσε να περάσει το διαβόητο άρθρο 4 για την προκήρυξη των απεργιών. Τότε, βεβαίως, η περίοδος δεν προσφερόταν για ρήξεις τέτοιου επίπεδου, αν σκεφτούμε ότι σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες και στα ισχυρά συνδικάτα τους όφειλε το ΠΑΣΟΚ την παντοδυναμία του.
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τον κόσμο της εργασίας. Η ανεργία είναι βραχνάς, η μερική απασχόληση επεκτείνεται, η ανασφάλιστη εργασία καλά κρατεί, η απληρωσιά τείνει να γίνει ο κανόνας και το συνδικαλιστικό κίνημα είναι αποδυναμωμένο για πολλούς και διάφορους λόγους. Με ανακοινώσεις καταγγελτικού περιεχομένου γενικώς και αορίστως, με κινητοποιήσεις τελετουργικού χαρακτήρα, με συμβολικές καταλήψεις που δεν αφήνουν κανένα αποτύπωμα, με πορείες που θυμίζουν περιπάτους χασομέρηδων, με απεργίες που γίνονται χωρίς καμία προετοιμασία, με ηγεσίες αποκομμένες από τους χώρους εργασίας, έχει καταφέρει να υπονομεύσει το κύρος του. Δεν προκαλεί κανένα φόβο ούτε στο κράτος ούτε στην εργοδοσία.
Στην Ελλάδα έχουμε δύο ρεκόρ, τουλάχιστον πανευρωπαϊκά: τον χαμηλότερο βαθμό συμμετοχής των εργατοϋπαλλήλων στα συνδικάτα και τις περισσότερες γενικές απεργίες. Το ένα ρεκόρ χλευάζει το άλλο. Πώς γίνεται με τόσο μικρή εμπλοκή στα συνδικάτα να επιλέγεις τόσο συχνά την ανώτερη μορφή πάλης; Γιατί η γενική απεργία είναι όντως η ανώτερη μορφή πάλης. Το επόμενο βήμα, αν υποχρεωθείς να πας στην κλιμάκωση, είναι η πολιτική απεργία, δηλαδή η μετωπική σύγκρουση με την κεντρική εξουσία και τον ταξικό αντίπαλο.
Κι όμως, τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί (τρόπος του λέγειν) πάνω από 50 γενικές απεργίες! Θα νόμιζε κανείς ότι η χώρα βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό και ήταν ζήτημα χρόνου η ανατροπή του καθεστώτος. Καμία γενική απεργία όμως δεν έριξε κυβέρνηση. Καμία δεν πέτυχε κάτι από τον κατάλογο των αιτημάτων της. Ηταν εκφυλισμένες και γι’ αυτό παντελώς ακίνδυνες. Εγιναν απλώς για να γίνουν.
Ωστόσο, η αναγκαία κριτική στις ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος δεν δικαιολογεί την απεργοσπασία. Ειδικότερα όταν έχουμε να κάνουμε με κλάδους που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης. Οπως συμβαίνει με τους δημοσιογράφους.
Η απεργία της ΕΣΗΕΑ δεν είναι για τα μάτια του κόσμου. Η κατάρρευση του ΕΔΟΕΑΠ θα πλήξει και όσους εργάζονται και όσους είναι άνεργοι - κυρίως αυτούς, που είναι και οι περισσότεροι. Το αγγελιόσημο με το οποίο ουσιαστικά είχε αντικατασταθεί η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών από εργοδότες και κράτος καταργήθηκε, δεν υπήρξε αντικατάσταση της εισφοράς με αποτέλεσμα να μην έχει ο ΕΔΟΕΑΠ έσοδα και να κινδυνεύει με λουκέτο.
Η κυβέρνηση ρίχνει το μπαλάκι στους δανειστές και οι εργοδότες κρατούν άκαμπτη στάση. Δεν πρόκειται για την κινητοποίηση ενός βολεμένου κλάδου που διεκδικεί προνόμια, αλλά για αγώνα ζωής ή θανάτου. Είναι τώρα η ώρα για γκρίνια και κριτική για πράξεις, παραλείψεις και αναίτιες καθυστερήσεις; Οχι. Είναι τώρα η ώρα για ηχηρές διαφοροποιήσεις που φτάνουν μέχρι την απεργοσπασία; Σε καμία περίπτωση.
Με την ευκαιρία δύο ερωτήματα: Αν ο κλάδος πετύχει τον στόχο του, θα ζητήσουν οι απεργοσπάστες να εξαιρεθούν επειδή δεν κατέβηκαν στην απεργία; Αν οι σημερινοί απεργοσπάστες, αύριο-μεθαύριο πέσουν θύματα εργοδοτικής αυθαιρεσίας, θα απευθυνθούν στο συνδικάτο για να τους προστατεύσει;
πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου