Παράθυρο που θα επιτρέπει τη μεταφορά χρημάτων από το εναπομείναν υπερπλεόνασμα στην επόμενη χρονιά αναζητεί η κυβέρνηση, προεξοφλώντας συνέχεια των υπεραποδόσεων. Για το οικονομικό επιτελείο είναι ο επόμενος βασικός στόχος εφόσον κατακτήσει το έπαθλο με την αλλαγή της χρήσης των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA’s-SMP’s)...
Κεντρικό επιχείρημα της πρότασης που έχει καταθέσει η ελληνική πλευρά στις Βρυξέλλες είναι ότι με αυτό το σύστημα η αξιοποίηση του υπερπλεονάσματος θα γίνεται με πιο μελετημένο τρόπο, αφού θα αξιολογούνται μια σειρά από φορολογίες με σκοπό τη μείωση υπέρ κάποιας κατηγορίας φορολογουμένων ή δραστηριότητας.
Ομως ένα τόσο σημαντικό σενάριο όπως είναι αυτό, για να εφαρμοστεί προϋποθέτει εκτεταμένο λίφτινγκ σε βασικές παραμέτρους του προγράμματος ενισχυμένης εποπτείας που εφαρμόζει η χώρα.
Θα πρέπει δηλαδή η ελληνική πλευρά σε συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να βρουν από κοινού έναν τρόπο, για να «τρυπήσουν» το υφιστάμενο πλαίσιο της συμφωνίας που έχει στόχο την εξομάλυνση της οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα.
Είναι σαφές ότι η γέφυρα μεταφοράς αδιάθετων ποσών από το υπερπλεόνασμα απαιτεί πρώτα συμφωνία σε επίπεδο Euroworking Group (EWG) και μετά απόφαση από το Eurogroup.
Η Αθήνα σκοπεύει να φέρει το θέμα σε ένα πακέτο συζήτησης, μαζί δηλαδή με την πρόταση για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2021 και μετά. Ιδανικό σενάριο για την κυβέρνηση είναι ο σημερινός στόχος του 3,5% του ΑΕΠ να κουρευτεί στο 2% του ΑΕΠ από 2,2% - 2,3% του ΑΕΠ που προβλέπει η συμφωνία για το χρέος της 21ης Ιουνίου του 2018.
Ωστόσο πρόκειται για μια υπεραισιόδοξη πρόβλεψη η οποία, χωρίς πολιτικά στηρίγματα, είναι αδύνατο να σταθεί και πολλώ δε μάλλον να περάσει από τις συμπληγάδες των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης.
Πάντως ο φετινός προϋπολογισμός εκτελείται με πλεόνασμα μεγαλύτερο των προβλέψεων. Σε σχέση με την εισηγητική έκθεση του 2020 καταγράφεται μια υπέρβαση στα φορολογικά έσοδα κατά 120 εκατ. ευρώ, τα οποία η κυβέρνηση θέλει να τα εξαργυρώσει το 2020 αλλά δεν έχει αυτή τη δυνατότητα.
Πρόγραμμα δανεισμού
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα βρίσκεται σε εξέλιξη με τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) άσκηση βιωσιμότητας του χρέους με τα εξής τέσσερα κριτήρια: την ταχύτερη ανάπτυξη (στο 2,8% ο στόχος) το 2020, το χαμηλότερο κόστος δανεισμού, την πρόωρη αποπληρωμή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (νέα πρόταση εξαγοράς ακριβών δανείων 1,5-2 δισ. ευρώ) και τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα (1,3 δισ. ευρώ).
Σε ό,τι αφορά τον δανεισμό του 2020, όπως ανακοινώθηκε από τον ΟΔΔΗΧ η χρηματοδότηση του Δημοσίου θα στηριχτεί σε δύο διαφορετικά σενάρια τα οποία προβλέπουν νέες εκδόσεις ομολόγων ύψους 4 ή 8 δισ. ευρώ.
Και τα δύο έχουν σχεδιαστεί σε συνάρτηση με το ύψος των πρόωρων αποπληρωμών που θα γίνουν μέσα στην επόμενη χρονιά.
Το πρώτο σενάριο δίνει έμφαση στη μείωση του στοκ των εντόκων γραμματίων κατά 4,4 δισ. ευρώ από 12,6 δισ. ευρώ που είναι σήμερα μέσω της έκδοσης νέων ομολόγων. Το δεύτερο λαμβάνει υπόψη νέες πρόωρες αποπληρωμές χρέους, ΔΝΤ ή ομόλογα PSI.
Επιπλέον στο πρώτο σενάριο προβλέπεται ότι θα χρειαστούν 4,4 δισ. ευρώ για πρόωρες αποπληρωμές χρέους (μείωση εντόκων γραμματίων, χρέος επίσημου τομέα κ.λπ.), ενώ στο δεύτερο οι πρόωρες αποπληρωμές χρέους αυξάνονται στα 7,4 δισ. ευρώ. Ετσι οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες διαμορφώνονται στο πρώτο σενάριο στα 7,65 δισ. ευρώ και στο δεύτερο στα 10,65 δισ. ευρώ.
Πρακτικά η χώρα δεν χρειάζεται αυτά τα λεφτά, τα έχει στο «μαξιλάρι», και ο μόνος λόγος για να βγει στις αγορές το 2020 είναι για να κρατήσει ζεστό το ενδιαφέρον των επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα.
Τα σενάρια βασίζονται στις ακόλουθες παραδοχές αναφορικά με τις χρηματοδοτικές ανάγκες της νέας χρονιάς:
■ Μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη αποπληρωμή χρεών: 2,9 δισ. ευρώ
■ Τόκοι για μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο χρέος: 6,15 δισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων 600 εκατ. ευρώ για τόκους REPOs που αποτελούν τμήμα του ενδοκυβερνητικού χρέους)
■ Πρωτογενές πλεόνασμα: 6,36 δισ. ευρώ
■ Λοιπές ταμειακές ανάγκες: 0,56 δισ. ευρώ.
O ΟΔΔΗΧ κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο μεγάλο «μαξιλάρι ρευστότητας» το οποίο στα τέλη Σεπτεμβρίου έφτανε τα 32 δισ. ευρώ και (σε συνδυασμό με τα πλεονάσματα) είναι αντίστοιχο των εκδόσεων χρέους των επόμενων τεσσάρων χρόνων.
Στις προβλέψεις για την ανάπτυξη ο οργανισμός κινείται συντηρητικά προβλέποντας 2,8% το 2020 (όσο δηλαδή και ο προϋπολογισμός) και εν συνεχεία 2% για το 2021, 1,6% για το 2022 και 1% για το 2023 και το 2024.
Για το πρωτογενές πλεόνασμα οι εκτιμήσεις του είναι 3,6% το 2019, 3,5% τη διετία 2021-2022, 3% το 2023 και 2,5% το 2024 και μετά έως το 2060!
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου