«Nα σταματήσουν να κάνουν τους… Χουντίνι και να μας πουν πως ο περιορισμένος δημοσιονομικός χώρος θα δώσει δυνατότητα να προχωρήσουν χωρίς περικοπές» είπε χθες ο Νίκος Παππάς και τόνισε: «Είτε δεν θα γίνουν οι φοροελαφρύνσεις που εισηγούνται, είτε θα υπάρξουν περικοπές».
Από την πλευρά του, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έθεσε στην Βουλή το ίδιο ερώτημα με αριθμούς: Είπε πως από την στιγμή που η κυβέρνηση εγκαταλείπει, για μια διετία τουλάχιστον, τον στόχο της μείωσης των πλεονασμάτων, εάν εφαρμόσει τις φοροελαφρύνσεις που εξήγγειλε το δημοσιονομικό κενό, μόνον για το 2020, θα είναι 1,8 δις ευρώ....
Τα ερωτήματα αυτά δεν υποκρύπτουν αντιπολιτευτικό οίστρο, ούτε πρόθεση τορπιλισμού των φοροελαφρύνσεων σε συμμαχία με τον… σκληρό άξονα των δανειστών. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κάνει αντιπολίτευση αλά ΝΔ. Δεν υπάρχει περίπτωση εμείς να τορπιλίσουμε την προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης στο εξωτερικό, όταν θα πρόκειται για μέτρα μείωσης φόρων και χαλάρωσης της λιτότητας», λέει χαρακτηριστικά κορυφαίο στέλεχος της Κουμουνδούρου.
Πρόκειται, ωστόσο, για ερωτήματα που εμπεριέχουν τον υπαρκτό – και βάσιμο -φόβο του ΣΥΡΙΖΑ ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επιχειρήσει να καλύψει το δημοσιονομικό κόστος των φορολογικών μειώσεων που έχει εξαγγείλει ακυρώνοντας «εν κρυπτώ» μέτρα ανακούφισης και κοινωνικής ανάταξης που είχε εφαρμόσει η κυβέρνηση Τσίπρα. Είναι ο φόβος της λεγόμενης «κρυφής ατζέντας», κι εδώ στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνουν το θολό τοπίο που εξακολουθεί να συντηρεί το οικονομικό επιτελείο σε σχέση με την διατήρηση ή μη συγκεκριμένων μέτρων – από την 13η σύνταξη και την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τα χαμηλά εισοδήματα, έως την τύχη πολλών κοινωνικών επιδομάτων.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας απαντά διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα κοπούν επιδόματα, επιμένει επίσης πως δεν θα υπάρξει μείωση του αφορολόγητου, ούτε εκείνος όμως, ούτε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας δίνουν ουσιαστικά στοιχεία για το πώς θα χρηματοδοτηθούν οι φορολογικές ελαφρύνσεις του 2020 χωρίς παράλληλα να τεθεί σε κίνδυνο ο στόχος για το πλεόνασμα του 3,5%.
Οι πληροφορίες, μετά την πρώτο αναγνωριστικό γύρο συναντήσεων με τους εκπροσώπους των θεσμών στην Αθήνα, αναφέρουν ότι η δημοσιονομική εικόνα για το 2019 δεν κρίνεται ιδιαιτέρως επισφαλής. Στην πραγματικότητα, το βασικό κενό που μπορεί να υπάρξει είναι της τάξης των 250 εκατομμυρίων ευρώ – όσο είναι, δηλαδή, το επιπλέον κόστος της μείωσης του ΕΝΦΙΑ με την ρύθμιση που θα φέρει, αύριο Παρασκευή, στην Βουλή η κυβέρνηση. Το βασικό επιχείρημα του οικονομικού επιτελείου για την κάλυψη αυτού του κενού είναι πως θα αντισταθμιστεί από τις εξοικονομήσεις– τον λεγόμενο εξορθολογισμό – κατά την επισκόπηση δαπανών όλων των υπουργείων. Πρόκειται για ένα επιχείρημα που δεν απορρίπτουν εκ προοιμίου οι θεσμοί, με δεδομένη και την περιορισμένη τελικά επιβάρυνση από την ρύθμιση των 120 δόσεων, με την επιφύλαξη ότι τα τελικά μεγέθη θα επανεξεταστούν τον Σεπτέμβριο.
Για το 2020 όμως το δημοσιονομικό κενό υπολογίζεται κοντά στο 0,5% του ΑΕΠ και, ανεξαρτήτως των δημόσιων διαβεβαιώσεων, απασχολεί σοβαρά και το οικονομικό επιτελείο αλλά και το Μαξίμου. Η προσδοκία των υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης που θα φέρει πρόσθετα έσοδα όντως υπάρχει και είναι ενδεικτική η δήλωση Πέτσα ότι «κάθε ένα ευρώ ανάπτυξης αυξάνει κατά 0,5 ευρώ τα έσοδα». Συνολικά, δε, οι εκτιμήσεις που τέθηκαν από την κυβέρνηση στο τραπέζι της συζήτησης με τους θεσμούς δίνουν μια δημοσιονομική εξοικονόμηση για το 2020 της τάξης του 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, η οποία θα προέλθει – όπως υποστηρίζεται τουλάχιστον - από την επισκόπηση δαπανών, τη μείωση των προυπολογισμών των υπουργείων σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα, την προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και την ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης.
Και οι ίδιοι οι κυβερνητικοί επιτελείς όμως γνωρίζουν πως οι εκτιμήσεις αυτές δεν αρκούν και αναζητώνται πιο δραστικές διέξοδοι. Μία από αυτές, όπως έγραψε η «Καθημερινή» είναι και η πρόταση να ενταχθούν στον προϋπολογισμό τα περίπου 1,3 εκατομμύρια ευρώ από τις επικείμενες επιστροφές των κερδών των ελληνικών ομολόγων που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης. Πρόκειται για μια πρόταση που, κατά τις πληροφορίες, θα θέσει και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις συναντήσεις του με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Εμμανουέλ Μακρόν το επόμενο διάστημα, παραμένει όμως εξαιρετικά αμφίβολο το εάν μπορεί να μπει σε ουσιαστική συζήτηση καθώς η εκταμίευση των ποσών εντάσσεται στην συμφωνία για την ρύθμιση του χρέους και τελεί υπό την αίρεση εκτέλεσης πολύ συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων.
Ως εκ τούτων, το φθινόπωρο και το ραντεβού του Σεπτέμβρη με τους δανειστές προβλέπεται αρκούντως θερμό για την κυβέρνηση – όπως και εξαιρετικά κρίσιμο για το εάν, και ποια, από τα ήδη ψηφισμένα θετικά μέτρα Τσίπρα θα παραμείνουν σε ισχύ.
tvxs
Από την πλευρά του, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έθεσε στην Βουλή το ίδιο ερώτημα με αριθμούς: Είπε πως από την στιγμή που η κυβέρνηση εγκαταλείπει, για μια διετία τουλάχιστον, τον στόχο της μείωσης των πλεονασμάτων, εάν εφαρμόσει τις φοροελαφρύνσεις που εξήγγειλε το δημοσιονομικό κενό, μόνον για το 2020, θα είναι 1,8 δις ευρώ....
Τα ερωτήματα αυτά δεν υποκρύπτουν αντιπολιτευτικό οίστρο, ούτε πρόθεση τορπιλισμού των φοροελαφρύνσεων σε συμμαχία με τον… σκληρό άξονα των δανειστών. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κάνει αντιπολίτευση αλά ΝΔ. Δεν υπάρχει περίπτωση εμείς να τορπιλίσουμε την προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης στο εξωτερικό, όταν θα πρόκειται για μέτρα μείωσης φόρων και χαλάρωσης της λιτότητας», λέει χαρακτηριστικά κορυφαίο στέλεχος της Κουμουνδούρου.
Πρόκειται, ωστόσο, για ερωτήματα που εμπεριέχουν τον υπαρκτό – και βάσιμο -φόβο του ΣΥΡΙΖΑ ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επιχειρήσει να καλύψει το δημοσιονομικό κόστος των φορολογικών μειώσεων που έχει εξαγγείλει ακυρώνοντας «εν κρυπτώ» μέτρα ανακούφισης και κοινωνικής ανάταξης που είχε εφαρμόσει η κυβέρνηση Τσίπρα. Είναι ο φόβος της λεγόμενης «κρυφής ατζέντας», κι εδώ στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνουν το θολό τοπίο που εξακολουθεί να συντηρεί το οικονομικό επιτελείο σε σχέση με την διατήρηση ή μη συγκεκριμένων μέτρων – από την 13η σύνταξη και την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τα χαμηλά εισοδήματα, έως την τύχη πολλών κοινωνικών επιδομάτων.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας απαντά διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα κοπούν επιδόματα, επιμένει επίσης πως δεν θα υπάρξει μείωση του αφορολόγητου, ούτε εκείνος όμως, ούτε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας δίνουν ουσιαστικά στοιχεία για το πώς θα χρηματοδοτηθούν οι φορολογικές ελαφρύνσεις του 2020 χωρίς παράλληλα να τεθεί σε κίνδυνο ο στόχος για το πλεόνασμα του 3,5%.
Οι πληροφορίες, μετά την πρώτο αναγνωριστικό γύρο συναντήσεων με τους εκπροσώπους των θεσμών στην Αθήνα, αναφέρουν ότι η δημοσιονομική εικόνα για το 2019 δεν κρίνεται ιδιαιτέρως επισφαλής. Στην πραγματικότητα, το βασικό κενό που μπορεί να υπάρξει είναι της τάξης των 250 εκατομμυρίων ευρώ – όσο είναι, δηλαδή, το επιπλέον κόστος της μείωσης του ΕΝΦΙΑ με την ρύθμιση που θα φέρει, αύριο Παρασκευή, στην Βουλή η κυβέρνηση. Το βασικό επιχείρημα του οικονομικού επιτελείου για την κάλυψη αυτού του κενού είναι πως θα αντισταθμιστεί από τις εξοικονομήσεις– τον λεγόμενο εξορθολογισμό – κατά την επισκόπηση δαπανών όλων των υπουργείων. Πρόκειται για ένα επιχείρημα που δεν απορρίπτουν εκ προοιμίου οι θεσμοί, με δεδομένη και την περιορισμένη τελικά επιβάρυνση από την ρύθμιση των 120 δόσεων, με την επιφύλαξη ότι τα τελικά μεγέθη θα επανεξεταστούν τον Σεπτέμβριο.
Για το 2020 όμως το δημοσιονομικό κενό υπολογίζεται κοντά στο 0,5% του ΑΕΠ και, ανεξαρτήτως των δημόσιων διαβεβαιώσεων, απασχολεί σοβαρά και το οικονομικό επιτελείο αλλά και το Μαξίμου. Η προσδοκία των υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης που θα φέρει πρόσθετα έσοδα όντως υπάρχει και είναι ενδεικτική η δήλωση Πέτσα ότι «κάθε ένα ευρώ ανάπτυξης αυξάνει κατά 0,5 ευρώ τα έσοδα». Συνολικά, δε, οι εκτιμήσεις που τέθηκαν από την κυβέρνηση στο τραπέζι της συζήτησης με τους θεσμούς δίνουν μια δημοσιονομική εξοικονόμηση για το 2020 της τάξης του 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, η οποία θα προέλθει – όπως υποστηρίζεται τουλάχιστον - από την επισκόπηση δαπανών, τη μείωση των προυπολογισμών των υπουργείων σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα, την προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και την ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης.
Και οι ίδιοι οι κυβερνητικοί επιτελείς όμως γνωρίζουν πως οι εκτιμήσεις αυτές δεν αρκούν και αναζητώνται πιο δραστικές διέξοδοι. Μία από αυτές, όπως έγραψε η «Καθημερινή» είναι και η πρόταση να ενταχθούν στον προϋπολογισμό τα περίπου 1,3 εκατομμύρια ευρώ από τις επικείμενες επιστροφές των κερδών των ελληνικών ομολόγων που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης. Πρόκειται για μια πρόταση που, κατά τις πληροφορίες, θα θέσει και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις συναντήσεις του με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Εμμανουέλ Μακρόν το επόμενο διάστημα, παραμένει όμως εξαιρετικά αμφίβολο το εάν μπορεί να μπει σε ουσιαστική συζήτηση καθώς η εκταμίευση των ποσών εντάσσεται στην συμφωνία για την ρύθμιση του χρέους και τελεί υπό την αίρεση εκτέλεσης πολύ συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων.
Ως εκ τούτων, το φθινόπωρο και το ραντεβού του Σεπτέμβρη με τους δανειστές προβλέπεται αρκούντως θερμό για την κυβέρνηση – όπως και εξαιρετικά κρίσιμο για το εάν, και ποια, από τα ήδη ψηφισμένα θετικά μέτρα Τσίπρα θα παραμείνουν σε ισχύ.
tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου